ΣΟΦΙΑ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ 17
17
Σκοτάδι πάνω στους εχθρούς του Θεού
1Εκπληκτικές είναι οι εκδηλώσεις της κρίσης σου, Κύριε! Κανένας δεν μπορεί εύκολα να τις διηγηθεί· γι’ αυτό όσοι δεν θέλησαν να διδαχτούν γι’ αυτές, πλανήθηκαν. 2Οι ασεβείς νόμισαν ότι θα καταδυναστεύσουν το δικό σου έθνος και γι’ αυτό έγιναν δέσμιοι του σκότους και αιχμάλωτοι μεγάλης νύχτας· κλείστηκαν στα σπίτια τους και βρίσκονταν εκεί αποξενωμένοι από την αιώνια πρόνοιά σου. 3Νόμισαν ότι θα μείνουν άγνωστοι μαζί με τα κρυφά τους αμαρτήματα κάτω από το σκοτεινό πέπλο της λησμονιάς· διασκορπίστηκαν, όμως, γιατί τους έπιασε πανικός και τρόμαξαν απ’ τα φαντάσματα. 4Το βαθύ καταφύγιο δεν τους απάλλαξε από το φόβο, και ήχοι τρομακτικοί αντηχούσαν γύρω τους, και παρουσιάζονταν μπροστά τους φαντάσματα σκυθρωπά με αγέλαστα πρόσωπα. 5Καμιά φωτιά δεν είχε τη δύναμη να φωτίσει το σκοτάδι εκείνο ούτε οι ακτίνες των άστρων μπορούσαν να φωτίσουν την τρομερή αυτή νύχτα. 6Κάποτε παρουσιαζόταν σ’ αυτούς μια φωτιά που άναβε μόνη της αλλά κι αυτή τους προκαλούσε φόβο. Έτσι, τρομαγμένοι από τις δυσδιάκριτες μορφές, τα έβλεπαν όλα αυτά χειρότερα απ’ ό,τι ήταν. 7Όλοι οι μάγοι και οι εξορκιστές ήταν ανίσχυροι μπροστά σ’ αυτή τη φωτιά και η υπερηφάνεια της σοφίας τους αποδείχτηκε γελοία· 8γιατί αυτοί που υπόσχονταν ότι μπορούσαν ν’ απομακρύνουν τους φόβους και τις ταραχές από τους ασθενείς τους, ήταν αυτοί οι ίδιοι άρρωστοι από έναν γελοίο φόβο. 9Κι αν ακόμα τίποτα δεν υπήρχε να τους τρομάξει, αυτοί τρόμαζαν από το πέρασμα των θηρίων ή το σφύριγμα των ερπετών· πέθαιναν από τον τρόμο τους, χωρίς να τολμούν ν’ αντικρύσουν τον αέρα γύρω τους. 10Η κακία αυτοαποκαλύπτεται από τη δειλία και αυτοτιμωρείται· ο ένοχος έχει πάντοτε βαριά συνείδηση και φοβάται για το χειρότερο.
11Ο φόβος δεν είναι τίποτε άλλο παρά αδυναμία να βοηθηθούμε από το λογικό. 12Όσο μικρότερη είναι η εμπιστοσύνη στο λογικό μας, τόσο περισσότερο υποχωρούμε μπροστά στο φόβο, γιατί αγνοούμε από πού προέρχεται. 13Οι ασεβείς, λοιπόν, κοιμούνταν τη νύχτα, όπου κάθε δύναμη αναστέλλεται, τη νύχτα που προέρχεται από τα βάθη του άδη, όπου κάθε δύναμη εκλείπει· κοιμούνταν όλοι τον ίδιο ύπνο 14αλλά καταδιώκονταν από τρομερά φαντάσματα και τους εγκατέλειπε κάθε ψυχικό θάρρος, γιατί είχαν καταληφθεί από έναν ξαφνικό και απροσδόκητο φόβο. 15Βυθισμένοι όλοι σ’ αυτόν το φόβο, ήταν κλεισμένοι σε μια φυλακή χωρίς αλυσίδες και κάγκελα. 16Είτε ήταν γεωργοί είτε βοσκοί είτε εργάτες που μοχθούσαν στις ερημιές, υπέμεναν όλοι την αναπόφευκτη ανάγκη εκεί που βρίσκονταν, γιατί είχαν δεθεί με τις ίδιες αλυσίδες σκότους. 17Ο άνεμος που σφύριζε ή το αρμονικό κελάδημα των πουλιών ανάμεσα στα πυκνά κλαδιά, η βουή του νερού που κυλούσε ορμητικά ή ο τρομερός ήχος των βράχων που κατρακυλούσαν, 18οι μετακινήσεις των ζώων που χοροπηδούσαν πριν κανείς τα δει ή οι βρυχηθμοί των άγριων θηρίων ή οι αντίλαλοι στις κοιλάδες ανάμεσα στα βουνά, όλα αυτά τους παρέλυαν από τρόμο.
19Κι αυτά συνέβαιναν, όταν όλος ο άλλος κόσμος φωτιζόταν με λαμπρό φως και ήταν απασχολημένος με τα έργα του με πλήρη ελευθερία. 20Μόνο στους ασεβείς είχε πέσει πάνω τους νύχτα βαριά, εικόνα του σκότους που τους περίμενε· μέσα τους η θλίψη ήταν πιο ζοφερή από το εξωτερικό σκοτάδι.
Currently Selected:
ΣΟΦΙΑ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ 17: TGVD
Highlight
Share
Copy
Want to have your highlights saved across all your devices? Sign up or sign in
Copyrighted by the Hellenic Bible Society, 1997, 2003.