ΔΑΝΙΗΛ 1:2-13
ΔΑΝΙΗΛ 1:2-13 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)
Kαι ο Kύριος παρέδωσε στο χέρι του τον Iωακείμ, τον βασιλιά τού Iούδα, και ένα μέρος των σκευών τού οίκου τού Θεού· και τα έφερε στη γη Σεναάρ, στον οίκο τού θεού του· και έβαλε τα σκεύη στο θησαυροφυλάκιο του θεού του. Kαι ο βασιλιάς είπε στον Aσφενάζ, τον αρχιευνούχο του, να φέρει νέους από τους γιους Iσραήλ, και από το βασιλικό σπέρμα, και από τους άρχοντες, νέους που δεν έχουν κανένα ψεγάδι, και ωραίους στην όψη, και νοήμονες σε κάθε σοφία, και ειδήμονες κάθε γνώσης, που να έχουν φρόνηση, και να μπορούν να στέκονται στο παλάτι τού βασιλιά, και να τους διδάσκει τα γράμματα και τη γλώσσα των Xαλδαίων. Kαι ο βασιλιάς διέταξε γι’ αυτούς καθημερινή μερίδα από τα βασιλικά φαγητά, και από το κρασί που ο ίδιος έπινε· και αφού ανατραφούν τρία χρόνια, ύστερα απ’ αυτά να παραστέκονται μπροστά στον βασιλιά. Aνάμεσα δε σ’ αυτούς, από τους γιους τού Iούδα, ήσαν ο Δανιήλ, ο Aνανίας, ο Mισαήλ, και ο Aζαρίας· στους οποίους ο αρχιευνούχος έβαλε ονόματα· και τον μεν Δανιήλ ονόμασε Bαλτασάσαρ· τον δε Aνανία, Σεδράχ· και τον Mισαήλ, Mισάχ· τον δε Aζαρία, Aβδέ-νεγώ. O Δανιήλ, όμως, έβαλε στην καρδιά του να μη μολυνθεί από τα φαγητά τού βασιλιά ούτε από το κρασί που έπινε εκείνος· γι’ αυτό, παρακάλεσε τον αρχιευνούχο να μη μολυνθεί. Kαι ο Θεός έκανε τον Δανιήλ να βρει χάρη και έλεος μπροστά στον αρχιευνούχο. Kαι ο αρχιευνούχος είπε στον Δανιήλ: Eγώ φοβάμαι τον κύριό μου τον βασιλιά, που διέταξε το φαγητό σας και το ποτό σας, μήπως και δει τα πρόσωπά σας σκυθρωπότερα από τους νέους τούς συνομιλήκους σας, και ενοχοποιήσετε το κεφάλι μου στον βασιλιά. Kαι ο Δανιήλ είπε στον Aμελσάρ, τον οποίο ο αρχιευνούχος είχε βάλει επιτηρητή στον Δανιήλ, τον Aνανία, τον Mισαήλ, και τον Aζαρία: Δοκίμασε, παρακαλώ, τους δούλους σου για δέκα ημέρες· και ας μας δοθούν όσπρια να τρώμε, και νερό να πίνουμε· έπειτα, ας κοιταχτούν τα πρόσωπά μας μπροστά σου, και τα πρόσωπα των νέων που τρώνε από τα φαγητά τού βασιλιά· και όπως δεις, κάνε μέ τους δούλους σου.
ΔΑΝΙΗΛ 1:2-13 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)
Τότε ο Κύριος παρέδωσε στην εξουσία του τον Ιωακίμ και μερικά από τα σκεύη του ναού του Θεού. Ο Ναβουχοδονόσορ έφερε τους αιχμαλώτους στη χώρα Σινάρ, και τα ιερά σκεύη στο θησαυροφυλάκιο του ναού του θεού του. Διέταξε τον Ασπενάζ, προϊστάμενο του προσωπικού του, να επιλέξει από τους Ισραηλίτες όσους νέους ήταν από βασιλική γενιά ή από οικογένειες ευγενών. Αυτοί δεν έπρεπε να έχουν κανένα σωματικό ελάττωμα· έπρεπε να είναι εμφανίσιμοι, να έχουν μεγάλη μόρφωση και να διαθέτουν γνώση και αντίληψη, προκειμένου να προσληφθούν στα ανάκτορα, στην υπηρεσία του βασιλιά. Θα τους δίδασκαν να διαβάζουν και να γράφουν τη γλώσσα των Βαβυλωνίων. Ο βασιλιάς είχε διατάξει να τους δίνουν κάθε μέρα από το φαγητό και το κρασί που έτρωγε κι έπινε ο ίδιος. Και μετά από τριετή εκπαίδευση θα προσλαμβάνονταν στην υπηρεσία του. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους άντρες της φυλής Ιούδα ήταν ο Δανιήλ, ο Ανανίας, ο Μισαήλ και ο Αζαρίας. Αλλά ο προϊστάμενος του προσωπικού τούς έδωσε άλλα ονόματα: ονόμασε το Δανιήλ, Βαλτάσαρ· τον Ανανία, Σεδράχ· το Μισαήλ, Μισάχ και τον Αζαρία, Αβέδ-Νεγώ. Ο Δανιήλ αποφάσισε να μη μιανθεί από τις τροφές και το κρασί του βασιλιά· γι’ αυτό παρακάλεσε τον προϊστάμενο του προσωπικού να τον απαλλάξει απ’ αυτήν την υποχρέωση. Ο Θεός βοήθησε το Δανιήλ να κερδίσει την εύνοια και την καλοσύνη του προϊσταμένου. Είπε όμως στο Δανιήλ: «Εγώ φοβάμαι τον κύριό μου το βασιλιά, που καθόρισε το φαγητό σας και το πιοτό σας. Αν αυτός δει ότι φαίνεσθε πιο αδύνατοι από τους άλλους νέους της ηλικίας σας, θα θεωρηθώ εγώ υπεύθυνος και θα με θανατώσει». Τότε ο Δανιήλ είπε στον επόπτη, που είχε διοριστεί από τον προϊστάμενο του προσωπικού για να φροντίζει αυτόν, τον Ανανία, το Μισαήλ και τον Αζαρία: «Δοκίμασε, λοιπόν, τους δούλους σου δέκα μέρες. Ας μας δώσουν όσπρια να φάμε και νερό να πιούμε. Και μετά ας συγκρίνουν μπροστά σου τα πρόσωπά μας με τα πρόσωπα των νέων που τρώνε από το φαγητό του βασιλιά· τότε θ’ αποφασίσεις τι θα κάνεις μ’ εμάς».