ΝΕΕΜΙΑΣ 4:1-6
ΝΕΕΜΙΑΣ 4:1-6 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)
Ο Σανβαλλάτ, ο Τωβίας, οι Άραβες, οι Αμμωνίτες και οι κάτοικοι της Ασδώδ, όταν άκουσαν ότι η επισκευή των τειχών της Ιερουσαλήμ προχωρούσε και ότι τα ρήγματα άρχισαν να κλείνουν, αγανάκτησαν. Έτσι, συνωμότησαν να έρθουν όλοι μαζί και να πολεμήσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ και να μας φέρουν αναστάτωση. Τότε εμείς προσευχηθήκαμε στο Θεό μας και τοποθετήσαμε φρουρά για να μας προστατεύει από αυτούς, μέρα και νύχτα. Ωστόσο ο λαός του Ιούδα τραγουδούσε: «Σιγά σιγά η δύναμη των εργατών μας φεύγει κι είναι μεγάλος απ’ τα γκρεμίσματα ο σωρός. Δε θα μπορέσουμε ποτέ ξανά να χτίσουμε το τείχος, όπως ήταν παλιά». Οι εχθροί μας εξάλλου σκέφτονταν να μας ριχτούν αιφνιδιαστικά, χωρίς εμείς να τους αντιληφθούμε, και να μας σκοτώσουν για να μας αποτρέψουν από το έργο μας. Οι Ιουδαίοι που κατοικούσαν κοντά στους εχθρούς μας, ήρθαν τουλάχιστον δέκα φορές και μας ειδοποίησαν: «Από όλα τα μέρη όπου αυτοί κατοικούν, θα έρθουν εναντίον μας».
ΝΕΕΜΙΑΣ 4:1-6 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)
Kαι όταν ο Σαναβαλλάτ άκουσε ότι εμείς οικοδομούμε το τείχος, οργίστηκε, και αγανάκτησε πολύ, και περιγέλασε τους Iουδαίους. Kαι μίλησε μπροστά στους αδελφούς του και στο στράτευμα της Σαμάρειας, και είπε: Tι κάνουν αυτοί οι άθλιοι Iουδαίοι; Θα τους αφήσουν; Θα θυσιάσουν; Θα τελειώσουν σε μία ημέρα; Θα αναζωοποιήσουν από τους σωρούς τού χώματος τις πέτρες, κι αυτές καμένες; Kαι κοντά του ήταν ο Tωβίας, ο Aμμωνίτης· και είπε: Kαι αν χτίσουν, αλεπού που ανεβαίνει θα γκρεμίσει το πέτρινο τείχος τους. Άκουσε, Θεέ μας· επειδή, μας χλευάζουν· και στρέψε τον ονειδισμό τους ενάντια στο κεφάλι τους, και να τους κάνεις να γίνουν λάφυρο σε γη αιχμαλωσίας· και μη σκεπάσεις την ανομία τους, και η αμαρτία τους ας μη εξαλειφθεί από μπροστά σου· επειδή, ξεστόμισαν ονειδισμούς ενάντια σ’ αυτούς που οικοδομούν. Έτσι ανοικοδομήσαμε το τείχος· και ολόκληρο το τείχος συνδέθηκε, μέχρι το μέσον του· επειδή, ο λαός είχε καρδιά στο να εργάζεται.
ΝΕΕΜΙΑΣ 4:1-6 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)
Ο Σανβαλλάτ, ο Τωβίας, οι Άραβες, οι Αμμωνίτες και οι κάτοικοι της Ασδώδ, όταν άκουσαν ότι η επισκευή των τειχών της Ιερουσαλήμ προχωρούσε και ότι τα ρήγματα άρχισαν να κλείνουν, αγανάκτησαν. Έτσι, συνωμότησαν να έρθουν όλοι μαζί και να πολεμήσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ και να μας φέρουν αναστάτωση. Τότε εμείς προσευχηθήκαμε στο Θεό μας και τοποθετήσαμε φρουρά για να μας προστατεύει από αυτούς, μέρα και νύχτα. Ωστόσο ο λαός του Ιούδα τραγουδούσε: «Σιγά σιγά η δύναμη των εργατών μας φεύγει κι είναι μεγάλος απ’ τα γκρεμίσματα ο σωρός. Δε θα μπορέσουμε ποτέ ξανά να χτίσουμε το τείχος, όπως ήταν παλιά». Οι εχθροί μας εξάλλου σκέφτονταν να μας ριχτούν αιφνιδιαστικά, χωρίς εμείς να τους αντιληφθούμε, και να μας σκοτώσουν για να μας αποτρέψουν από το έργο μας. Οι Ιουδαίοι που κατοικούσαν κοντά στους εχθρούς μας, ήρθαν τουλάχιστον δέκα φορές και μας ειδοποίησαν: «Από όλα τα μέρη όπου αυτοί κατοικούν, θα έρθουν εναντίον μας».