ΝΕΕΜΙΑΣ 1:1-4
ΝΕΕΜΙΑΣ 1:1-4 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)
Έργα του Νεεμία, γιου του Χαχαλία. Το μήνα Χισλεύ, του εικοστού έτους της βασιλείας του Αρταξέρξη, ενώ βρισκόμουν στα Σούσα, την πρωτεύουσα, ήρθε από την Ιουδαία ο συμπατριώτης μου Ανανί με μερικούς άντρες. Τους ρώτησα για τους Ιουδαίους που επέζησαν και είχαν επιστρέψει από την αιχμαλωσία, καθώς και για την Ιερουσαλήμ. Εκείνοι μου απάντησαν: «Όσοι επέζησαν από την αιχμαλωσία κι έχουν εγκατασταθεί πάλι στον τόπο τους, βρίσκονται σε μεγάλη δυστυχία και ταπείνωση· το τείχος της Ιερουσαλήμ είναι ερειπωμένο και οι πύλες της έχουν καταστραφεί από τη φωτιά». Όταν άκουσα αυτά τα λόγια, έπεσα σε βαρύτατο πένθος για μέρες πολλές. Προσευχήθηκα στο Θεό του ουρανού
ΝΕΕΜΙΑΣ 1:1-4 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)
ΛOΓIA τού Nεεμία, γιου τού Aχαλία. Kαι κατά τον μήνα Xισλεύ, στον 20ό χρόνο, όταν ήμουν στα Σούσα, στη βασιλεύουσα πόλη, ο Aνανί, ένας από τους αδελφούς μου, ήρθε, αυτός και μερικοί από τη φυλή τού Iούδα, και τους ρώτησα για τους Iουδαίους, που διασώθηκαν, οι οποίοι είχαν εναπολειφθεί από την αιχμαλωσία, και για την Iερουσαλήμ. Kαι μου είπαν: Oι υπόλοιποι, αυτοί που είχαν εναπολειφθεί από την αιχμαλωσία εκεί στην επαρχία, είναι σε μεγάλη θλίψη και ονειδισμό· και το τείχος τής Iερουσαλήμ καθαιρέθηκε, και οι πύλες της κατακάηκαν με φωτιά. Kαι όταν άκουσα αυτά τα λόγια, κάθησα και έκλαψα, και πένθησα για ημέρες, και νήστευα, και προσευχόμουν μπροστά στον Θεό τού ουρανού
ΝΕΕΜΙΑΣ 1:1-4 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)
Έργα του Νεεμία, γιου του Χαχαλία. Το μήνα Χισλεύ, του εικοστού έτους της βασιλείας του Αρταξέρξη, ενώ βρισκόμουν στα Σούσα, την πρωτεύουσα, ήρθε από την Ιουδαία ο συμπατριώτης μου Ανανί με μερικούς άντρες. Τους ρώτησα για τους Ιουδαίους που επέζησαν και είχαν επιστρέψει από την αιχμαλωσία, καθώς και για την Ιερουσαλήμ. Εκείνοι μου απάντησαν: «Όσοι επέζησαν από την αιχμαλωσία κι έχουν εγκατασταθεί πάλι στον τόπο τους, βρίσκονται σε μεγάλη δυστυχία και ταπείνωση· το τείχος της Ιερουσαλήμ είναι ερειπωμένο και οι πύλες της έχουν καταστραφεί από τη φωτιά». Όταν άκουσα αυτά τα λόγια, έπεσα σε βαρύτατο πένθος για μέρες πολλές. Προσευχήθηκα στο Θεό του ουρανού