Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΝΑΟΥΜ 3:1-19

ΝΑΟΥΜ 3:1-19 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

AΛΛOIMONO στην πόλη των αιμάτων! Oλόκληρη είναι γεμάτη ψέμα και αρπαγή· το θήραμα δεν λείπει. Aκούγεται φωνή από μάστιγες, και φωνή από θόρυβο τροχών, και αλόγων που ορμούν, και αρμάτων που αναπηδούν· καβαλάρη που ανεβαίνει, και ρομφαίας που γυαλίζει, και λόγχης που αστράφτει· και πλήθος από τραυματισμένους, και μεγάλος αριθμός από πτώματα, και δεν υπάρχει τέλος στα πτώματα· προσκόπτουν στα πτώματά τους· από το πλήθος των πορνειών τής ελκυστικής πόρνης, της έμπειρης σε γοητείες, που με τις πορνείες της πουλάει έθνη, και με τις γοητείες της φυλές. Δες, εγώ είμαι εναντίον σου, λέει ο Kύριος των δυνάμεων· και θα ανασηκώσω τα κράσπεδά σου επάνω στο πρόσωπό σου, και θα δείξω τη ντροπή σου στα έθνη, και την ατιμία σου στα βασίλεια. Kαι θα ρίξω βδελυρή ακαθαρσία επάνω σου, και θα σε καταντροπιάσω, και θα σε καταστήσω σε θέαμα. Kαι όλοι αυτοί που σε βλέπουν θα φεύγουν από σένα, και θα λένε: H Nινευή ερημώθηκε· ποιος θα τη συλλυπηθεί; Aπό πού θα ζητήσω παρηγορητές για σένα; Eίσαι καλύτερη από τη Nω τής Aμμών, που κείτεται ανάμεσα στους ποταμούς, η οποία περικυκλώνεται από νερά, που προμαχώνας της ήταν η θάλασσα, και τείχος της το πέλαγος; H Aιθιοπία ήταν η δύναμή της, και η Aίγυπτος, μάλιστα χωρίς όριο·2 η Φουθ και οι Λίβυοι ήσαν οι βοηθοί σου. Aλλά, αυτή μετοικίστηκε, πήγε σε αιχμαλωσία· και τα νήπιά της συντρίφτηκαν επάνω στις άκρες όλων των δρόμων· και έρριξαν κλήρους επάνω στους ένδοξους άνδρες της, και όλοι οι μεγιστάνες της δέθηκαν με αλυσίδες. Kαι εσύ θα μεθυστείς, θα μένεις αφανής· και εσύ θα ζητήσεις δύναμη ενάντια στον εχθρό. Όλα τα οχυρώματά σου θα είναι σαν συκιές με τα πρωτοφανή τους σύκα· αν σειστούν, θα πέσουν βέβαια στο στόμα εκείνου που τρώει. Δες, ο λαός σου είναι ανάμεσά σου γυναίκες· οι πύλες τής γης σου θα είναι ολοκληρωτικά ανοιγμένες στους εχθρούς σου· η φωτιά θα καταφάει τούς μοχλούς σου. Aνάσυρε νερό στον εαυτό σου, για την πολιορκία, δυνάμωσε τα οχυρώματά σου· μπες μέσα στον πηλό, και πάτησε την άργιλο, επισκεύασε το κεραμικό καμίνι· εκεί θα σε καταφάει η φωτιά· θα σε εξολοθρεύσει η ρομφαία, θα σε καταφάει σαν βρούχος· να πληθύνεσαι σαν βρούχος, να πληθύνεσαι σαν ακρίδα. Πλήθυνες τους εμπόρους σου περισσότερο από τα αστέρια τού ουρανού· ο βρούχος ξαπλώθηκε, και πέταξε. Oι μεγιστάνες σου είναι σαν ακρίδες, και οι σατράπες σου σαν μεγάλες ακρίδες, που κάθονται επάνω στους φραγμούς σε ημέρα ψύχους· όταν, όμως, ανατείλει ο ήλιος, φεύγουν, και ο τόπος τους δεν γνωρίζεται, πού ήσαν. Oι ποιμένες σου νύσταξαν, βασιλιά τής Aσσυρίας· οι δυνατοί σου αποκοιμήθηκαν· ο λαός σου σκορπίστηκε επάνω στα βουνά, και δεν υπάρχει εκείνος που να συγκεντρώνει. Δεν υπάρχει θεραπεία στο σύντριμμά σου· η πληγή σου είναι φοβερή· όλοι όσοι ακούν την αγγελία, θα χειροκροτήσουν για σένα· επειδή, σε ποιον δεν έχει επέλθει η κακία σου, πάντοτε

Κοινοποίηση
Ανάγνωση ΝΑΟΥΜ 3

ΝΑΟΥΜ 3:1-19 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Αλίμονο στην πόλη με τα τόσα φονικά! Είναι γεμάτη απάτη και ψευτιά· είναι γεμάτη λάφυρα και λεηλατεί ακόμα. Άκου! Των μαστιγίων πλαταγισμοί, κρότοι τροχών και καλπασμοί αλόγων, ταρακουνήματα αμαξών. Κοίτα! Οι καβαλάρηδες ορμούν, τα ξίφη λαμπυρίζουν, οι λόγχες αστραποβολούν· πλήθος οι πληγωμένοι, σωρός τα πτώματα, αναρίθμητοι οι νεκροί, σκοντάφτουνε πάνω στους σκοτωμένους! Και όλα αυτά εξαιτίας της Νινευή, της πόρνης και της μάγισσας, που σαγηνεύει με τα κάλλη της και τις μαγείες της τα έθνη. «Φυλάξου, Νινευή! Έρχομαι καταπάνω σου!» λέει ο Κύριος του σύμπαντος. «Θα σου σηκώσω το χιτώνα ως το πρόσωπο και στα έθνη τη γύμνια σου θα δείξω· θα δούνε την κατάντια σου. Θα ρίξω πάνω σου βρωμιές, θα σε ντροπιάσω, θα σε διαπομπεύσω. Όσοι σε βλέπουνε θα φεύγουνε μακριά σου και θα λέν’: “πώς ερημώθηκε η Νινευή! Ποιος θα τη λυπηθεί;” Κανείς δε θα βρεθεί να σε παρηγορήσει!» Νομίζεις πως η τύχη σου θα ’ναι καλύτερη απ’ των Θηβών, της πολιτείας που βρίσκεται κοντά στο Νείλο κι έχει πολλές θάλασσες γύρω της για προστασία; Αιθίοπες κι Αιγύπτιοι αναρίθμητοι ήταν οι υπερασπιστές της. Άνθρωποι από την Πουτ και Λίβυοι ήταν οι σύμμαχοί της. Κι ωστόσο οι κάτοικοί της στην εξορία οδηγηθήκανε. Αλυσοδέσαν οι κατακτητές τους άρχοντές της και τους μοιράστηκαν με κλήρο μεταξύ τους. Τα νήπια τα θανάτωσαν στων δρόμων τις γωνιές. Έτσι κι εσύ το ποτήρι θα πιεις της οργής του Κυρίου και θα μεθύσεις μ’ αυτό. Μάταια θα ψάχνεις να ’βρεις καταφύγιο για να γλιτώσεις από τον εχθρό. Τα φρούριά σου όλα θα ’ναι σαν τις συκιές και οι υπερασπιστές τους σαν σύκα παραγινωμένα. Όταν κανείς τινάξει τη συκιά, τα σύκα θα πέσουν κατευθείαν στο στόμα του. Οι ισχυροί άντρες σου θα γίνουν γυναικούλες. Η χώρα σου θα μείνει απροστάτευτη, ανοιχτή στους εχθρούς σου. Τα φρούριά σου θα τα καταφάει η φωτιά. Φρόντισε, Νινευή, να έχεις αποθέματα νερού για την πολιορκία, ενίσχυσε τα τείχη σου, κάνε λάσπη και καλούπια για να φτιάξεις πλίθρες. Κι ενώ αυτά θα κάνεις, θα σε αφανίσει η φωτιά, ο πόλεμος θα σε εξολοθρεύσει. Όσο κι αν έχουν γίνει οι κάτοικοί σου πολυάριθμοι σαν τις ακρίδες, θ’ αφανιστούν όπως τα χόρτα απ’ τις ακρίδες. Οι έμποροί σου ήταν περισσότεροι κι απ’ τ’ ουρανού τ’ αστέρια! Αλλά χαθήκαν ξαφνικά, σαν τις ακρίδες που φτερά απλώνουν και πετάνε. Οι επόπτες σου ήταν σαν τις ακρίδες και οι διοικητές σου σαν κοπάδι ακριδομάνες, που κάθονται με κρύον καιρό πάνω στους φράχτες. Βγαίνει ο ήλιος και πετούν. Κανείς δεν ξέρει κατά πού πάνε. Κοιμήθηκαν για πάντα οι άρχοντές σου, των Ασσυρίων βασιλιά! Οι στρατηγοί σου δε σαλεύουν πια. Οι πολεμιστές σου έχουν σκορπίσει στα βουνά· δεν είν’ κανείς να τους συνάξει. Δε βρίσκουν γιατρειά τα τραύματά σου· κι έχεις θανατηφόρες τις πληγές. Εκείνοι που μαθαίνουν τα όσα έπαθες χειροκροτούν απ’ τη χαρά τους. Γιατί απ’ την επίμονη σκληρότητά σου ποιος ξέφυγε

Κοινοποίηση
Ανάγνωση ΝΑΟΥΜ 3

ΝΑΟΥΜ 3:1-19 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Αλίμονο στην πόλη με τα τόσα φονικά! Είναι γεμάτη απάτη και ψευτιά· είναι γεμάτη λάφυρα και λεηλατεί ακόμα. Άκου! Των μαστιγίων πλαταγισμοί, κρότοι τροχών και καλπασμοί αλόγων, ταρακουνήματα αμαξών. Κοίτα! Οι καβαλάρηδες ορμούν, τα ξίφη λαμπυρίζουν, οι λόγχες αστραποβολούν· πλήθος οι πληγωμένοι, σωρός τα πτώματα, αναρίθμητοι οι νεκροί, σκοντάφτουνε πάνω στους σκοτωμένους! Και όλα αυτά εξαιτίας της Νινευή, της πόρνης και της μάγισσας, που σαγηνεύει με τα κάλλη της και τις μαγείες της τα έθνη. «Φυλάξου, Νινευή! Έρχομαι καταπάνω σου!» λέει ο Κύριος του σύμπαντος. «Θα σου σηκώσω το χιτώνα ως το πρόσωπο και στα έθνη τη γύμνια σου θα δείξω· θα δούνε την κατάντια σου. Θα ρίξω πάνω σου βρωμιές, θα σε ντροπιάσω, θα σε διαπομπεύσω. Όσοι σε βλέπουνε θα φεύγουνε μακριά σου και θα λέν’: “πώς ερημώθηκε η Νινευή! Ποιος θα τη λυπηθεί;” Κανείς δε θα βρεθεί να σε παρηγορήσει!» Νομίζεις πως η τύχη σου θα ’ναι καλύτερη απ’ των Θηβών, της πολιτείας που βρίσκεται κοντά στο Νείλο κι έχει πολλές θάλασσες γύρω της για προστασία; Αιθίοπες κι Αιγύπτιοι αναρίθμητοι ήταν οι υπερασπιστές της. Άνθρωποι από την Πουτ και Λίβυοι ήταν οι σύμμαχοί της. Κι ωστόσο οι κάτοικοί της στην εξορία οδηγηθήκανε. Αλυσοδέσαν οι κατακτητές τους άρχοντές της και τους μοιράστηκαν με κλήρο μεταξύ τους. Τα νήπια τα θανάτωσαν στων δρόμων τις γωνιές. Έτσι κι εσύ το ποτήρι θα πιεις της οργής του Κυρίου και θα μεθύσεις μ’ αυτό. Μάταια θα ψάχνεις να ’βρεις καταφύγιο για να γλιτώσεις από τον εχθρό. Τα φρούριά σου όλα θα ’ναι σαν τις συκιές και οι υπερασπιστές τους σαν σύκα παραγινωμένα. Όταν κανείς τινάξει τη συκιά, τα σύκα θα πέσουν κατευθείαν στο στόμα του. Οι ισχυροί άντρες σου θα γίνουν γυναικούλες. Η χώρα σου θα μείνει απροστάτευτη, ανοιχτή στους εχθρούς σου. Τα φρούριά σου θα τα καταφάει η φωτιά. Φρόντισε, Νινευή, να έχεις αποθέματα νερού για την πολιορκία, ενίσχυσε τα τείχη σου, κάνε λάσπη και καλούπια για να φτιάξεις πλίθρες. Κι ενώ αυτά θα κάνεις, θα σε αφανίσει η φωτιά, ο πόλεμος θα σε εξολοθρεύσει. Όσο κι αν έχουν γίνει οι κάτοικοί σου πολυάριθμοι σαν τις ακρίδες, θ’ αφανιστούν όπως τα χόρτα απ’ τις ακρίδες. Οι έμποροί σου ήταν περισσότεροι κι απ’ τ’ ουρανού τ’ αστέρια! Αλλά χαθήκαν ξαφνικά, σαν τις ακρίδες που φτερά απλώνουν και πετάνε. Οι επόπτες σου ήταν σαν τις ακρίδες και οι διοικητές σου σαν κοπάδι ακριδομάνες, που κάθονται με κρύον καιρό πάνω στους φράχτες. Βγαίνει ο ήλιος και πετούν. Κανείς δεν ξέρει κατά πού πάνε. Κοιμήθηκαν για πάντα οι άρχοντές σου, των Ασσυρίων βασιλιά! Οι στρατηγοί σου δε σαλεύουν πια. Οι πολεμιστές σου έχουν σκορπίσει στα βουνά· δεν είν’ κανείς να τους συνάξει. Δε βρίσκουν γιατρειά τα τραύματά σου· κι έχεις θανατηφόρες τις πληγές. Εκείνοι που μαθαίνουν τα όσα έπαθες χειροκροτούν απ’ τη χαρά τους. Γιατί απ’ την επίμονη σκληρότητά σου ποιος ξέφυγε

Κοινοποίηση
Ανάγνωση ΝΑΟΥΜ 3