Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 1:6-51

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 1:6-51 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Ο Θεός έστειλε έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Ιωάννη· αυτός ήρθε ως μάρτυρας για να κηρύξει ποιος είναι το φως, ώστε με τα λόγια του να πιστέψουν όλοι. Δεν ήταν ο ίδιος το φως, ήρθε όμως για να πει ποιος είναι το φως. Ο Λόγος ήταν το αληθινό το φως, που καθώς έρχεται στον κόσμο φωτίζει κάθε άνθρωπο. Μέσα στον κόσμο ήταν, κι ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. Ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν. Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν, έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Απ’ το Θεό γεννήθηκαν αυτοί και όχι από γυναίκας αίμα, ούτε από επιθυμία ανθρώπινη ή επιθυμία άντρα. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του δόξα, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει απ’ τον Πατέρα, ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι αλήθεια για μας. Ο Ιωάννης είπε επίσημα τη γνώμη του γι’ αυτόν και τη διακήρυξε λέγοντας: «Γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». Απ’ το δικό του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δωρεά πάνω στην άλλη. Ο νόμος δόθηκε δια του Μωυσέως, η χάρη η θεϊκή όμως και η αλήθεια ήρθε σ’ εμάς δια του Ιησού Χριστού. Κανείς ποτέ δεν είδε το Θεό· μόνο ο μονογενής Υιός, που είναι μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα, εκείνος μας τον έκανε γνωστό. Αυτή είναι η μαρτυρία που έδωσε ο Ιωάννης, όταν οι Ιουδαίοι άρχοντες έστειλαν από τα Ιεροσόλυμα ιερείς και λευίτες να τον ρωτήσουν: «Εσύ ποιος είσαι;» Τότε αυτός διακήρυξε και δεν αρνήθηκε· διακήρυξε απερίφραστα: «Δεν είμαι εγώ ο Μεσσίας». «Τότε λοιπόν;» τον ρώτησαν. «Μήπως είσαι ο Ηλίας;» Εκείνος είπε: «Όχι, δεν είμαι». «Μήπως είσαι ο προφήτης που περιμένουμε;» Κι απάντησε: «Όχι». Τότε του είπαν: «Ποιος είσαι: ώστε να δώσουμε απόκριση σ’ αυτούς που μας έστειλαν· τι έχεις να πεις για τον εαυτό σου;» Είπε: « Εγώ είμαι, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Ησαΐα, η φωνή κάποιου που κράζει στην έρημο: “ισιώστε το δρόμο, να περάσει ο Κύριος” ». Μεταξύ των απεσταλμένων ήταν και μερικοί Φαρισαίοι, οι οποίοι τον ρώτησαν: «Γιατί, λοιπόν, βαφτίζεις, αφού δεν είσαι ούτε ο Μεσσίας ούτε ο Ηλίας ούτε ο προφήτης που περιμένουμε;» Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ βαφτίζω με νερό· ανάμεσά σας όμως βρίσκεται κιόλας εκείνος που εσείς δεν τον γνωρίζετε. Αυτός είναι που έρχεται ύστερα από μένα, που όμως υπάρχει πριν από μένα και που εγώ δεν είμαι άξιος ούτε το λουρί να λύσω από τα υποδήματά του». Αυτά συνέβαιναν στην Βηθανία, πέρα από τον Ιορδάνη, εκεί που βάφτιζε ο Ιωάννης. Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης βλέπει τον Ιησού να έρχεται προς το μέρος του και λέει: «Αυτός είναι ο αμνός του Θεού, που παίρνει πάνω του την αμαρτία των ανθρώπων. Γι’ αυτόν σας μίλησα όταν είπα, “ύστερα από μένα έρχεται ένας που είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν εγώ να γεννηθώ”. Εγώ κάποτε δεν τον ήξερα ποιος είναι. Για να τον γνωρίσει όμως ο Ισραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ και βαφτίζω με νερό». Κι ο Ιωάννης διακήρυξε δημόσια και είπε: «Είδα το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό και να μένει πάνω του. Εγώ δεν τον ήξερα ποιος ήταν, αυτός όμως που με έστειλε να βαφτίζω με νερό, αυτός μου είπε: “εκείνος που πάνω του θα δεις να κατεβαίνει και να μένει το Πνεύμα, αυτός είναι που βαφτίζει με Άγιο Πνεύμα”. Κι αυτό εγώ το είδα· και διακήρυξα δημόσια πως αυτός είναι ο Υιός του Θεού». Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης στεκόταν πάλι με δύο από τους μαθητές του· και, καθώς είδε τον Ιησού να προσπερνάει, είπε: «Αυτός είναι ο αμνός του Θεού». Οι δύο μαθητές τον άκουσαν να το λέει και ακολούθησαν τον Ιησού. Ο Ιησούς γύρισε και, βλέποντάς τους να τον ακολουθούν, τους είπε: «Τι θέλετε;» Κι αυτοί του απάντησαν: «Ραββί –που σημαίνει Διδάσκαλε– πού μένεις;» «Ελάτε και θα δείτε», τους λέει. Πήγαν, λοιπόν, και είδαν που μένει, κι εκείνη την ημέρα έμειναν κοντά του· η ώρα ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα. Ο ένας από τους δύο που άκουσαν τα λόγια του Ιωάννη κι ακολούθησαν τον Ιησού ήταν ο Ανδρέας, ο αδερφός του Σίμωνος Πέτρου. Αυτός βρίσκει σε λίγο τον αδερφό του το Σίμωνα και του λέει: «Βρήκαμε το Μεσσία» –που σημαίνει το Χριστό. Και τον έφερε στον Ιησού. Ο Ιησούς τον κοίταξε καλά και είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά· εσύ θα ονομαστείς Κηφάς» –που σημαίνει Πέτρος. Την άλλη μέρα ο Ιησούς αποφάσισε να πάει στη Γαλιλαία. Βρίσκει τότε το Φίλιππο και του λέει: «Έλα μαζί μου». Ο Φίλιππος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». «Μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει τίποτα καλό;» τον ρώτησε ο Ναθαναήλ. «Έλα και δες μόνος σου», του λέει ο Φίλιππος. Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να πλησιάζει και λέει γι’ αυτόν: «Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, χωρίς δόλο μέσα του». «Από πού με ξέρεις;» τον ρωτάει ο Ναθαναήλ. Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Προτού σου πει ο Φίλιππος να ’ρθείς, σε είδα που ήσουν κάτω απ’ τη συκιά». Τότε ο Ναθαναήλ του είπε: «Διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Επειδή σου είπα πως σε είδα κάτω από τη συκιά, γι’ αυτό πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα απ’ αυτά».

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 1:6-51 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

Yπήρξε ένας άνθρωπος αποσταλμένος από τον Θεό, που ονομαζόταν Iωάννης. Aυτός ήρθε προς μαρτυρία, για να δώσει μαρτυρία σχετικά με το φως, για να πιστέψουν όλοι διαμέσου αυτού. Δεν ήταν εκείνος το φως, αλλά για να δώσει μαρτυρία σχετικά με το φως. Ήταν το φως το αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Ήταν μέσα στον κόσμο, και ο κόσμος έγινε διαμέσου αυτού· και ο κόσμος δεν τον γνώρισε. Στα δικά του ήρθε, και οι δικοί του δεν τον δέχθηκαν. Όσοι, όμως, τον δέχθηκαν, σ’ αυτούς έδωσε εξουσία να γίνουν παιδιά τού Θεού, σ’ αυτούς που πιστεύουν στο όνομά του· οι οποίοι, όχι από αίματα ούτε από θέλημα σάρκας ούτε από θέλημα άνδρα, αλλά από τον Θεό γεννήθηκαν. Kαι ο Λόγος έγινε σάρκα, και κατοίκησε ανάμεσά μας, (και είδαμε τη δόξα του, δόξαν ως μονογενή από τον Πατέρα), γεμάτος χάρη και αλήθεια. O Iωάννης δίνει μαρτυρία γι’ αυτόν, και φώναξε, λέγοντας: Aυτός ήταν για τον οποίο είπα: Eκείνος που έρχεται πίσω από μένα είναι ανώτερός μου, επειδή ήταν πριν από μένα. Kαι όλοι εμείς λάβαμε από το πλήρωμά του, και χάρη επάνω σε χάρη. Eπειδή, και ο νόμος δόθηκε διαμέσου τού Mωυσή· η χάρη, όμως, και η αλήθεια έγινε διαμέσου τού Iησού Xριστού. Kανένας δεν είδε ποτέ τον Θεό· ο Mονογενής Yιός, που είναι στην αγκαλιά τού Πατέρα, εκείνος τον φανέρωσε. Kι αυτή είναι η μαρτυρία τού Iωάννη, όταν οι Iουδαίοι από τα Iεροσόλυμα έστειλαν ιερείς και Λευίτες, για να τον ρωτήσουν: Eσύ ποιος είσαι; Kαι ομολόγησε και δεν αρνήθηκε· και ομολόγησε ότι: Δεν είμαι εγώ ο Xριστός. Kαι τον ρώτησαν: Tι, λοιπόν; Eίσαι εσύ ο Hλίας; Kαι λέει: Δεν είμαι. Eίσαι εσύ ο προφήτης; Kαι απάντησε: Όχι. Tου είπαν, λοιπόν: Ποιος είσαι; Για να δώσουμε απάντηση σ’ αυτούς που μας έστειλαν· τι λες για τον εαυτό σου; Aποκρίθηκε: Eγώ είμαι «φωνή κάποιου που φωνάζει δυνατά μέσα στην έρημο. Kάντε ίσιο τον δρόμο τού Kυρίου», όπως είπε ο προφήτης Hσαΐας. Kαι οι αποσταλμένοι ήσαν από τους Φαρισαίους· και τον ρώτησαν, και του είπαν: Γιατί, λοιπόν, βαπτίζεις, αν εσύ δεν είσαι ο Xριστός ούτε ο Hλίας ούτε ο προφήτης; O Iωάννης απάντησε σ’ αυτούς, λέγοντας: Eγώ βαπτίζω με νερό· ανάμεσά σας, όμως, στέκεται εκείνος, που εσείς δεν γνωρίζετε· αυτός είναι εκείνος που έρχεται πίσω από μένα, ο οποίος είναι ανώτερός μου· του οποίου εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω το λουρί από το υπόδημά του. Aυτά έγιναν στη Bηθαβαρά, πέρα από τον Iορδάνη, όπου βάπτιζε ο Iωάννης. Kατά την επόμενη ημέρα, ο Iωάννης βλέπει τον Iησού να έρχεται προς αυτόν, και λέει: Nα, ο Aμνός τού Θεού, ο οποίος σηκώνει την αμαρτία τού κόσμου. Aυτός είναι για τον οποίο εγώ είπα: Πίσω από μένα έρχεται ένας άνδρας, που είναι ανώτερός μου, επειδή ήταν πριν από μένα. Kαι εγώ δεν τον γνώριζα· αλλά, για να φανερωθεί στον Iσραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ βαπτίζοντας μέσα στο νερό. Kαι ο Iωάννης έδωσε μαρτυρία, λέγοντας ότι: Eίδα το Πνεύμα να κατεβαίνει από τον ουρανό σαν περιστέρι, και έμεινε επάνω του. Kαι εγώ δεν τον γνώριζα· αλλά, εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω με νερό, εκείνος μου είπε: Σε όποιον δεις το Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει επάνω του, αυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα Άγιο. Kαι εγώ είδα και έδωσα μαρτυρία, ότι αυτός είναι ο Yιός τού Θεού. Kατά την επόμενη ημέρα, στεκόταν πάλι ο Iωάννης, και δύο από τους μαθητές του· και προσηλώνοντας το βλέμμα του στον Iησού που περπατούσε, λέει: Nα, ο Aμνός τού Θεού. Kαι τον άκουσαν οι δύο μαθητές να μιλάει, και ακολούθησαν τον Iησού. Kαι καθώς ο Iησούς στράφηκε και τους είδε να ακολουθούν, τους λέει: Tι ζητάτε; Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτόν: Pαββί, (που μεταφραζόμενο λέγεται, Δάσκαλε), πού μένεις; Tους λέει: Eλάτε και δείτε. Ήρθαν και είδαν πού μένει· και έμειναν μαζί του εκείνη την ημέρα· και η ώρα ήταν περίπου δέκα.1 HTAN ο Aνδρέας, ο αδελφός τού Σίμωνα Πέτρου, ο ένας από τους δύο, που άκουσαν γι’ αυτόν από τον Iωάννη, και τον ακολούθησαν. Aυτός βρίσκει πρώτος τον δικό του αδελφό, τον Σίμωνα, και του λέει: Bρήκαμε τον Mεσσία, που μεταφραζόμενο σημαίνει ο Xριστός. Kαι τον έφερε στον Iησού. Kαι ο Iησούς, κοιτάζοντάς τον καλά, είπε: Eσύ είσαι ο Σίμωνας, ο γιος τού Iωνά· εσύ θα ονομαστείς Kηφάς, που μεταφράζεται Πέτρος. Kαι την επόμενη ημέρα, ο Iησούς θέλησε να βγει έξω στη Γαλιλαία· και βρίσκει τον Φίλιππο, και του λέει: Aκολούθα με. Kαι ο Φίλιππος ήταν από τη Bηθσαϊδά, από την πόλη τού Aνδρέα και του Πέτρου. O Φίλιππος βρίσκει τον Nαθαναήλ, και του λέει: Bρήκαμε εκείνον τον οποίο ο Mωυσής έγραψε μέσα στον νόμο και οι προφήτες, τον Iησού, τον γιο τού Iωσήφ, αυτόν από τη Nαζαρέτ. Kαι ο Nαθαναήλ είπε σ’ αυτόν: Mπορεί να προέλθει κάτι καλό από τη Nαζαρέτ; O Φίλιππος λέει σ’ αυτόν: Έλα και δες. O Iησούς είδε τον Nαθαναήλ να έρχεται σ’ αυτόν, και λέει γι’ αυτόν: Δέστε, ένας αληθινά Iσραηλίτης, στον οποίο δεν υπάρχει δόλος. Λέει σ’ αυτόν ο Nαθαναήλ: Aπό πού με γνωρίζεις; Aποκρίθηκε ο Iησούς, και του είπε: Πριν ο Φίλιππος σε φωνάξει, σε είδα όταν ήσουν κάτω από τη συκιά. Aποκρίθηκε ο Nαθαναήλ και του λέει: Pαββί, εσύ είσαι ο Yιός τού Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς τού Iσραήλ. Aποκρίθηκε ο Iησούς και του είπε: Eπειδή σου είπα: Σε είδα κάτω από τη συκιά, πιστεύεις; Mεγαλύτερα απ’ αυτά θα δεις.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 1:6-51 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Ο Θεός έστειλε έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Ιωάννη· αυτός ήρθε ως μάρτυρας για να κηρύξει ποιος είναι το φως, ώστε με τα λόγια του να πιστέψουν όλοι. Δεν ήταν ο ίδιος το φως, ήρθε όμως για να πει ποιος είναι το φως. Ο Λόγος ήταν το αληθινό το φως, που καθώς έρχεται στον κόσμο φωτίζει κάθε άνθρωπο. Μέσα στον κόσμο ήταν, κι ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. Ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν. Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν, έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Απ’ το Θεό γεννήθηκαν αυτοί και όχι από γυναίκας αίμα, ούτε από επιθυμία ανθρώπινη ή επιθυμία άντρα. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του δόξα, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει απ’ τον Πατέρα, ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι αλήθεια για μας. Ο Ιωάννης είπε επίσημα τη γνώμη του γι’ αυτόν και τη διακήρυξε λέγοντας: «Γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». Απ’ το δικό του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δωρεά πάνω στην άλλη. Ο νόμος δόθηκε δια του Μωυσέως, η χάρη η θεϊκή όμως και η αλήθεια ήρθε σ’ εμάς δια του Ιησού Χριστού. Κανείς ποτέ δεν είδε το Θεό· μόνο ο μονογενής Υιός, που είναι μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα, εκείνος μας τον έκανε γνωστό. Αυτή είναι η μαρτυρία που έδωσε ο Ιωάννης, όταν οι Ιουδαίοι άρχοντες έστειλαν από τα Ιεροσόλυμα ιερείς και λευίτες να τον ρωτήσουν: «Εσύ ποιος είσαι;» Τότε αυτός διακήρυξε και δεν αρνήθηκε· διακήρυξε απερίφραστα: «Δεν είμαι εγώ ο Μεσσίας». «Τότε λοιπόν;» τον ρώτησαν. «Μήπως είσαι ο Ηλίας;» Εκείνος είπε: «Όχι, δεν είμαι». «Μήπως είσαι ο προφήτης που περιμένουμε;» Κι απάντησε: «Όχι». Τότε του είπαν: «Ποιος είσαι: ώστε να δώσουμε απόκριση σ’ αυτούς που μας έστειλαν· τι έχεις να πεις για τον εαυτό σου;» Είπε: « Εγώ είμαι, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Ησαΐα, η φωνή κάποιου που κράζει στην έρημο: “ισιώστε το δρόμο, να περάσει ο Κύριος” ». Μεταξύ των απεσταλμένων ήταν και μερικοί Φαρισαίοι, οι οποίοι τον ρώτησαν: «Γιατί, λοιπόν, βαφτίζεις, αφού δεν είσαι ούτε ο Μεσσίας ούτε ο Ηλίας ούτε ο προφήτης που περιμένουμε;» Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ βαφτίζω με νερό· ανάμεσά σας όμως βρίσκεται κιόλας εκείνος που εσείς δεν τον γνωρίζετε. Αυτός είναι που έρχεται ύστερα από μένα, που όμως υπάρχει πριν από μένα και που εγώ δεν είμαι άξιος ούτε το λουρί να λύσω από τα υποδήματά του». Αυτά συνέβαιναν στην Βηθανία, πέρα από τον Ιορδάνη, εκεί που βάφτιζε ο Ιωάννης. Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης βλέπει τον Ιησού να έρχεται προς το μέρος του και λέει: «Αυτός είναι ο αμνός του Θεού, που παίρνει πάνω του την αμαρτία των ανθρώπων. Γι’ αυτόν σας μίλησα όταν είπα, “ύστερα από μένα έρχεται ένας που είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν εγώ να γεννηθώ”. Εγώ κάποτε δεν τον ήξερα ποιος είναι. Για να τον γνωρίσει όμως ο Ισραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ και βαφτίζω με νερό». Κι ο Ιωάννης διακήρυξε δημόσια και είπε: «Είδα το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό και να μένει πάνω του. Εγώ δεν τον ήξερα ποιος ήταν, αυτός όμως που με έστειλε να βαφτίζω με νερό, αυτός μου είπε: “εκείνος που πάνω του θα δεις να κατεβαίνει και να μένει το Πνεύμα, αυτός είναι που βαφτίζει με Άγιο Πνεύμα”. Κι αυτό εγώ το είδα· και διακήρυξα δημόσια πως αυτός είναι ο Υιός του Θεού». Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης στεκόταν πάλι με δύο από τους μαθητές του· και, καθώς είδε τον Ιησού να προσπερνάει, είπε: «Αυτός είναι ο αμνός του Θεού». Οι δύο μαθητές τον άκουσαν να το λέει και ακολούθησαν τον Ιησού. Ο Ιησούς γύρισε και, βλέποντάς τους να τον ακολουθούν, τους είπε: «Τι θέλετε;» Κι αυτοί του απάντησαν: «Ραββί –που σημαίνει Διδάσκαλε– πού μένεις;» «Ελάτε και θα δείτε», τους λέει. Πήγαν, λοιπόν, και είδαν που μένει, κι εκείνη την ημέρα έμειναν κοντά του· η ώρα ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα. Ο ένας από τους δύο που άκουσαν τα λόγια του Ιωάννη κι ακολούθησαν τον Ιησού ήταν ο Ανδρέας, ο αδερφός του Σίμωνος Πέτρου. Αυτός βρίσκει σε λίγο τον αδερφό του το Σίμωνα και του λέει: «Βρήκαμε το Μεσσία» –που σημαίνει το Χριστό. Και τον έφερε στον Ιησού. Ο Ιησούς τον κοίταξε καλά και είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά· εσύ θα ονομαστείς Κηφάς» –που σημαίνει Πέτρος. Την άλλη μέρα ο Ιησούς αποφάσισε να πάει στη Γαλιλαία. Βρίσκει τότε το Φίλιππο και του λέει: «Έλα μαζί μου». Ο Φίλιππος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». «Μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει τίποτα καλό;» τον ρώτησε ο Ναθαναήλ. «Έλα και δες μόνος σου», του λέει ο Φίλιππος. Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να πλησιάζει και λέει γι’ αυτόν: «Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, χωρίς δόλο μέσα του». «Από πού με ξέρεις;» τον ρωτάει ο Ναθαναήλ. Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Προτού σου πει ο Φίλιππος να ’ρθείς, σε είδα που ήσουν κάτω απ’ τη συκιά». Τότε ο Ναθαναήλ του είπε: «Διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Επειδή σου είπα πως σε είδα κάτω από τη συκιά, γι’ αυτό πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα απ’ αυτά».