ΓΕΝΕΣΙΣ 3:8-13
ΓΕΝΕΣΙΣ 3:8-13 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)
Kαι άκουσαν τη φωνή τού Kυρίου τού Θεού, να περπατάει στον παράδεισο προς το δειλινό· και ο Aδάμ και η γυναίκα του κρύφτηκαν από το πρόσωπο του Kυρίου τού Θεού, ανάμεσα στα δέντρα τού παραδείσου. Kαι ο Kύριος ο Θεός κάλεσε τον Aδάμ, και του είπε: Πού είσαι; Kαι εκείνος είπε: Άκουσα τη φωνή σου στον παράδεισο, και φοβήθηκα, επειδή είμαι γυμνός· και κρύφτηκα. Kαι ο Θεός είπε σ’ αυτόν: Ποιος σου φανέρωσε ότι είσαι γυμνός; Mήπως έφαγες από το δέντρο, από το οποίο σε πρόσταξα να μη φας; Kαι ο Aδάμ είπε: H γυναίκα που μου έδωσες για να είναι μαζί μου, αυτή μου έδωσε από το δέντρο και έφαγα. Kαι ο Kύριος ο Θεός είπε στη γυναίκα: Tι είναι τούτο που έκανες; Kαι η γυναίκα είπε: Tο φίδι με εξαπάτησε, και έφαγα.
ΓΕΝΕΣΙΣ 3:8-13 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)
Τότε άκουσαν το θόρυβο που έκανε ο Κύριος ο Θεός, καθώς περπατούσε στον κήπο το δειλινό, και κρύφτηκαν απ’ αυτόν ο Αδάμ και η γυναίκα του ανάμεσα στα δέντρα του κήπου. Αλλά ο Κύριος ο Θεός φώναξε τον Αδάμ και του είπε: «Πού είσαι;» Εκείνος απάντησε: «Σε άκουσα στον κήπο, φοβήθηκα και κρύφτηκα, γιατί είμαι γυμνός». «Ποιος σου είπε πως είσαι γυμνός;» ρώτησε ο Θεός. «Μήπως έφαγες από το δέντρο που σου είχα απαγορέψει να φας;» Ο Αδάμ αποκρίθηκε: «Η γυναίκα που μου έδωσες, εκείνη μου πρόσφερε έναν καρπό και έφαγα». Ο Κύριος ο Θεός ρώτησε τη γυναίκα: «Γιατί το έκανες αυτό;» Εκείνη απάντησε: «Το φίδι με εξαπάτησε και έφαγα».
ΓΕΝΕΣΙΣ 3:8-13 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)
Τότε άκουσαν το θόρυβο που έκανε ο Κύριος ο Θεός, καθώς περπατούσε στον κήπο το δειλινό, και κρύφτηκαν απ’ αυτόν ο Αδάμ και η γυναίκα του ανάμεσα στα δέντρα του κήπου. Αλλά ο Κύριος ο Θεός φώναξε τον Αδάμ και του είπε: «Πού είσαι;» Εκείνος απάντησε: «Σε άκουσα στον κήπο, φοβήθηκα και κρύφτηκα, γιατί είμαι γυμνός». «Ποιος σου είπε πως είσαι γυμνός;» ρώτησε ο Θεός. «Μήπως έφαγες από το δέντρο που σου είχα απαγορέψει να φας;» Ο Αδάμ αποκρίθηκε: «Η γυναίκα που μου έδωσες, εκείνη μου πρόσφερε έναν καρπό και έφαγα». Ο Κύριος ο Θεός ρώτησε τη γυναίκα: «Γιατί το έκανες αυτό;» Εκείνη απάντησε: «Το φίδι με εξαπάτησε και έφαγα».