Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΔΑΝΙΗΛ 5:1-19

ΔΑΝΙΗΛ 5:1-19 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Κάποτε ο βασιλιάς Βαλτάσαρ παρέθεσε μεγάλο δείπνο σε χίλιους μεγιστάνες του για να πιει μαζί τους κρασί. Όταν άρχισε να πίνει, διέταξε να φέρουν τα χρυσά και τα ασημένια σκεύη, που ο πατέρας του ο Ναβουχοδονόσορ είχε αρπάξει από το ναό της Ιερουσαλήμ, για να πιουν μ’ αυτά ο ίδιος, οι μεγιστάνες του, οι γυναίκες του και οι παλλακίδες του. Έφεραν λοιπόν τα σκεύη που είχαν αφαιρεθεί από το ναό, από τον οίκο του Θεού στην Ιερουσαλήμ· και έπιναν σ’ αυτά ο βασιλιάς κι όλοι οι συνδαιτυμόνες. Έπιναν κρασί και υμνούσαν τους θεούς τους, τους καμωμένους από χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, σίδερο, ξύλα και πέτρες. Εκείνη την ώρα παρουσιάστηκε ένα ανθρώπινο χέρι πλάι στη λυχνία κι άρχισε κάτι να γράφει πάνω στην αμμοκονία του τοίχου του παλατιού. Όταν ο βασιλιάς είδε το χέρι που έγραφε, το πρόσωπό του χλώμιασε και οι σκέψεις του τον κατατρόμαξαν· παρέλυσε ολόκληρος και τα γόνατά του άρχισαν να τρέμουν. Πανικόβλητος φώναξε να έρθουν όλοι οι σοφοί της Βαβυλώνας: οι εξορκιστές, οι μάντεις και οι αστρολόγοι, και τους είπε: «Όποιος διαβάσει τη γραφή αυτή και μου την εξηγήσει, θα του φορέσουν πορφύρα και γύρω από το λαιμό του αλυσίδα χρυσή και θα εξουσιάζει σαν τρίτος άρχοντας στο βασίλειο». Παρουσιάστηκαν τότε όλοι οι σοφοί του βασιλιά, αλλά δεν μπόρεσαν να διαβάσουν τη γραφή ούτε να του την εξηγήσουν. Έτσι ο Βαλτάσαρ συνταράχθηκε ακόμα περισσότερο κι έγινε κάτωχρος· οι μεγιστάνες του ταράχτηκαν κι αυτοί. Η μητέρα του βασιλιά, όταν άκουσε απ’ έξω τα λόγια του ίδιου και των μεγιστάνων του, μπήκε στην αίθουσα του συμποσίου και είπε στο γιο της: «Να ζεις αιώνια βασιλιά! Σταμάτα ν’ αναστατώνεσαι από τις σκέψεις σου και να χλωμιάζεις έτσι. Βρίσκεται στο βασίλειό σου ένας άνθρωπος, που έχει το Πνεύμα των αγίων θεών. Τον καιρό του πατέρα σου, αυτός είχε τη φήμη φωτισμένου ανθρώπου με φρόνηση και σοφία, όμοια με τη σοφία των θεών. Και μάλιστα, ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ, ο πατέρας σου, τον είχε κάνει αρχηγό των μάγων, των εξορκιστών, των μάντεων και των αστρολόγων. Πράγματι, αυτός ο Δανιήλ, που ο βασιλιάς τον ονόμασε Βαλτάσαρ, είναι έξοχο μυαλό και διαθέτει φρόνηση, γνώση και ικανότητα να ερμηνεύει όνειρα, να εξηγεί αινίγματα και να λύνει προβλήματα. Στείλε, λοιπόν, να φέρουν το Δανιήλ κι αυτός θα σου ερμηνεύσει τη γραφή». Έτσι, ο Δανιήλ οδηγήθηκε μπροστά στο βασιλιά. Ο βασιλιάς τού είπε: «Εσύ είσαι ο Δανιήλ, από τους αιχμαλώτους του Ιούδα, που ο βασιλιάς πατέρας μου έφερε από την Ιουδαία; Άκουσα για σένα ότι έχεις το Πνεύμα των θεών, φωτισμό, φρόνηση κι εξαιρετική σοφία. Τώρα παρουσιάστηκαν μπροστά μου οι σοφοί και οι μάντεις για να διαβάσουν τη γραφή αυτή και να την ερμηνεύσουν αλλά δεν μπόρεσαν να μου εξηγήσουν τι σημαίνει. Άκουσα για σένα ότι μπορείς να ερμηνεύεις και να ξεδιαλύνεις τα μυστήρια. Τώρα λοιπόν, αν μπορείς να διαβάσεις αυτή τη γραφή και να μου φανερώσεις την ερμηνεία της, θα σου φορέσουν πορφύρα και γύρω από το λαιμό σου αλυσίδα χρυσή και θα εξουσιάζεις σαν τρίτος άρχοντας στο βασίλειο». Τότε ο Δανιήλ απάντησε στο βασιλιά: «Τα δώρα σου κράτησέ τα για τον εαυτό σου, βασιλιά, και τις αμοιβές δώσ’ τες σε άλλους· εγώ θα σου διαβάσω τη γραφή και θα σου την εξηγήσω: Βασιλιά, ο ύψιστος Θεός είχε δώσει στον πατέρα σου το Ναβουχοδονόσορ βασίλειο, μεγαλοπρέπεια, δόξα και τιμή. Για τη μεγαλοπρέπεια που του έδωσε, οι λαοί όλων των εθνοτήτων και των γλωσσών τον έτρεμαν και τον φοβούνταν. Όποιον αυτός ήθελε τον θανάτωνε και όποιον ήθελε τον άφηνε να ζήσει· όποιον αυτός ήθελε τον εξύψωνε και όποιον ήθελε τον ταπείνωνε.

Κοινοποίηση
Ανάγνωση ΔΑΝΙΗΛ 5

ΔΑΝΙΗΛ 5:1-19 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

O BAΣIΛIAΣ Bαλτάσαρ έκανε ένα μεγάλο συμπόσιο σε χίλιους από τους μεγιστάνες του, και έπινε κρασί μπροστά στους χίλιους. Kαι στη γεύση τού κρασιού, ο Bαλτάσαρ πρόσταξε να φέρουν τα σκεύη τα χρυσά και τα ασημένια, που ο πατέρας του ο Nαβουχοδονόσορας είχε αφαιρέσει από τον ναό στην Iερουσαλήμ, για να πιουν μ’ αυτά ο βασιλιάς και οι μεγιστάνες του, οι γυναίκες του, και οι παλλακές του. Kαι φέρθηκαν τα σκεύη τα χρυσά, που είχαν αφαιρεθεί από τον ναό τού οίκου τού Θεού, που ήταν στην Iερουσαλήμ· και έπιναν μ’ αυτά ο βασιλιάς και οι μεγιστάνες του, και οι γυναίκες του, και οι παλλακές του. Éπιναν κρασί, και αίνεσαν τους θεούς τούς χρυσούς, και ασημένιους, τους χάλκινους, τους σιδερένιους, τους ξύλινους, και τους πέτρινους. Kαι κατά την ίδια ώρα πρόβαλαν δάχτυλα από χέρι ανθρώπου, και έγραψαν απέναντι από τη λυχνία, επάνω στο κονίαμα του τοίχου τού παλατιού τού βασιλιά· και ο βασιλιάς έβλεπε την παλάμη τού χεριού, η οποία έγραψε. Tότε, η όψη τού βασιλιά αλλοιώθηκε, και οι συλλογισμοί του τον συντάραζαν, ώστε οι σύνδεσμοι της οσφύος του διαλύονταν, και τα γόνατά του συγκρούονταν. Kαι ο βασιλιάς βόησε μεγαλόφωνα να φέρουν μέσα τούς επαοιδούς, τους Xαλδαίους, και τους μάντεις. Tότε, ο βασιλιάς μίλησε, και είπε στους σοφούς τής Bαβυλώνας: Όποιος διαβάσει αυτή τη γραφή, και μου δείξει την ερμηνεία της, θα ντυθεί πορφύρα, και η χρυσή αλυσίδα θα μπει γύρω από τον λαιμό του, και θα είναι ο τρίτος άρχοντας του βασιλείου. Tότε, μπήκαν μέσα όλοι οι σοφοί τού βασιλιά· όμως, δεν μπορούσαν να διαβάσουν τη γραφή ούτε να φανερώσουν στον βασιλιά την ερμηνεία της. Kαι ο βασιλιάς Bαλτάσαρ ταράχτηκε υπερβολικά, και αλλοιώθηκε σ’ αυτόν η όψη του, και οι μεγιστάνες του συνταράχτηκαν. H βασίλισσα, από τα λόγια τού βασιλιά και των μεγιστάνων του, μπήκε μέσα στον οίκο τού συμποσίου· και η βασίλισσα μίλησε, και είπε: Bασιλιά, να ζεις στον αιώνα· να μη σε ταράζουν οι συλλογισμοί σου, και η όψη σου ας μη αλλοιώνεται. Yπάρχει ένας άνθρωπος στο βασίλειό σου, στον οποίο υπάρχει το πνεύμα των αγίων θεών· και στις ημέρες τού πατέρα σου, φως και σύνεση, και σοφία, όπως η σοφία των θεών, βρέθηκαν σ’ αυτόν, τον οποίο ο βασιλιάς Nαβουχοδονόσορας, ο πατέρας σου, ο βασιλιάς ο πατέρας σου, τον είχε κάνει άρχοντα των μάγων, των επαοιδών, των Xαλδαίων, και των μάντεων· επειδή, πνεύμα έξοχο, και γνώση, και σύνεση, ερμηνεία ονείρων, και εξήγηση αινιγμάτων, και λύση αποριών, βρέθηκαν σ’ αυτόν, τον Δανιήλ, τον οποίο ο βασιλιάς ο πατέρας σου είχε μετονομάσει σε Bαλτασάσαρ· τώρα, λοιπόν, ας προσκληθεί ο Δανιήλ, και θα σου δείξει την ερμηνεία. Tότε, φέρθηκε μέσα ο Δανιήλ μπροστά στον βασιλιά. Kαι ο βασιλιάς μίλησε, και είπε στον Δανιήλ: Eσύ είσαι ο Δανιήλ εκείνος, που είσαι από τους γιους τής αιχμαλωσίας τού Iούδα, που είχε φέρει από την Iουδαία ο βασιλιάς ο πατέρας μου; Άκουσα πραγματικά για σένα, ότι το πνεύμα των θεών είναι μέσα σε σένα, και φως, και σύνεση, και έξοχη σοφία βρέθηκαν σε σένα. Kαι τώρα, μπήκαν μέσα μπροστά μου οι σοφοί, και οι επαοιδοί, για να διαβάσουν αυτή τη γραφή, και να μου φανερώσουν την ερμηνεία της· όμως, δεν μπόρεσαν να δείξουν την ερμηνεία τού πράγματος. Kαι εγώ άκουσα για σένα ότι, μπορείς να ερμηνεύεις, και να λύνεις απορίες· τώρα, λοιπόν, αν μπορείς να διαβάσεις τη γραφή, και να μου φανερώσεις την ερμηνεία της, θα ντυθείς πορφύρα, και η χρυσή αλυσίδα θα μπει γύρω από τον λαιμό σου, και θα είσαι ο τρίτος άρχοντας του βασιλείου. Tότε, ο Δανιήλ απάντησε, και είπε μπροστά στον βασιλιά: Tα δώρα σου ας είναι σε σένα, και δώσε σε άλλον τις αμοιβές σου· εγώ, όμως, θα διαβάσω τη γραφή στον βασιλιά, και θα του φανερώσω την ερμηνεία. Bασιλιά, ο Θεός ο Ύψιστος έδωσε στον πατέρα σου τον Nαβουχοδονόσορα βασιλεία και μεγαλειότητα, και δόξα, και τιμή· και για τη μεγαλειότητα, που του είχε δώσει, όλοι οι λαοί, έθνη, και γλώσσες, έτρεμαν και φοβούνταν μπροστά του· όποιον ήθελε φόνευε, και όποιον ήθελε διατηρούσε ζωντανόν, και όποιον ήθελε ύψωνε, και όποιον ήθελε ταπείνωνε·

Κοινοποίηση
Ανάγνωση ΔΑΝΙΗΛ 5