Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13:24-52

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13:24-52 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Προηγουμένως, πριν αρχίσει ο Ιησούς τη δημόσια δράση του, είχε κηρύξει ο Ιωάννης σ’ όλον το λαό του Ισραήλ να μετανοήσουν και να βαφτιστούν. Κι όταν πια ο Ιωάννης κόντευε να τελειώσει το έργο του, έλεγε: “ποιος νομίζετε πως είμαι; Δεν είμαι εγώ αυτός που περιμένετε· αυτός έρχεται ύστερα από μένα, κι εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να λύσω τα υποδήματα από τα πόδια του”. »Αδέρφια, απόγονοι του Αβραάμ και οι άλλοι εδώ που σέβεστε τον ένα Θεό: σ’ εσάς στάλθηκε το μήνυμα της σωτηρίας αυτής, για την οποία σας μιλάω. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι άρχοντές τους δεν κατάλαβαν ούτε ποιος είναι ο Ιησούς ούτε τα λόγια των προφητών που διαβάζονται κάθε Σάββατο, αλλά, χωρίς να το ξέρουν, τα εκπλήρωσαν καταδικάζοντας τον Ιησού. Αν και δε βρήκαν καμιά αιτία για να τον καταδικάσουν σε θάνατο, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί. Κι όταν εκτέλεσαν όλα όσα είχαν προφητέψει οι Γραφές γι’ αυτόν, τον κατέβασαν από το σταυρό και τον έβαλαν σ’ ένα μνήμα. Ο Θεός όμως τον ανέστησε από τους νεκρούς. Τότε αυτός για πολλές μέρες συνέχεια φανερωνόταν σ’ εκείνους που είχαν ανεβεί μαζί του από τη Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα. Αυτοί είναι μάρτυρες της ανάστασής του μπροστά στο λαό. »Έτσι κι εμείς σας φέρνουμε το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι την υπόσχεση που έδωσε ο Θεός στους προγόνους μας, την εκπλήρωσε στα παιδιά τους –σ’ εμάς: ανέστησε τον Ιησού, όπως είναι γραμμένο στο δεύτερο Ψαλμό: Υιός μου είσ’ εσύ, εγώ σήμερα σε γέννησα. Το ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς και δεν πρόκειται ποτέ πια να επιστρέψει στη φθορά του θανάτου, το έχει πει με τα παρακάτω λόγια: Θα σας δώσω τα άγια δώρα που υποσχέθηκα στο Δαβίδ, δώρα που δε χάνονται ποτέ. Γι’ αυτό λέει κι αλλού ο Δαβίδ: Δε θ’ αφήσεις να δει φθορά ο αφιερωμένος σ’ εσένα δούλος σου. Κι όσο για το Δαβίδ, αυτός υπηρέτησε το θέλημα του Θεού στη γενιά του κι ύστερα πέθανε, θάφτηκε δίπλα στους προγόνους του και γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Αυτός όμως που ο Θεός τον ανέστησε, δε γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Μάθετε, λοιπόν, αδέρφια, ότι μέσω αυτού σας προσφέρεται συγχώρηση των αμαρτιών. Και λυτρώνεται καθένας που τον εμπιστεύεται απ’ όλα εκείνα απ’ όσα δεν μπορέσατε να λυτρωθείτε με το νόμο του Μωυσή. Προσέξτε, λοιπόν, μην έρθει πάνω σας αυτό που είπαν οι προφήτες: Κοιτάξτε εσείς, οι καταφρονητές, θαυμάστε κι αφανιστείτε! Γιατί εγώ ετοιμάζω κάτι μεγάλο στις μέρες σας, κάτι που θα σας το διηγούνται και δεν θα το πιστεύετε». Καθώς ο Παύλος και ο Βαρνάβας έφευγαν από τη συναγωγή των Ιουδαίων, οι εθνικοί τους παρακαλούσαν να τους εξηγηθούν τα λόγια αυτά το επόμενο Σάββατο. Κι όταν διαλύθηκε η σύναξη, πολλοί από τους Ιουδαίους και τους προσήλυτους στον Ιουδαϊσμό ακολούθησαν τον Παύλο και το Βαρνάβα. Αυτοί τους ανέπτυσσαν τα προηγούμενα και τους έπειθαν να μένουν σταθεροί στη χάρη που τους πρόσφερε ο Θεός. Το επόμενο Σάββατο, ολόκληρη σχεδόν η πόλη μαζεύτηκε για ν’ ακούσουν το λόγο του Κυρίου. Όταν είδαν οι Ιουδαίοι το πλήθος, κυριεύτηκαν από φθόνο· αντιμιλούσαν σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος και βλασφημούσαν. Τότε ο Παύλος και ο Βαρνάβας τους μίλησαν με παρρησία και τους είπαν: «Έπρεπε να κηρύξουμε το λόγο του Θεού πρώτα σ’ εσάς. Επειδή όμως τον αντικρούετε και καταδικάζετε τον εαυτό σας να μην αξιωθεί την αιώνια ζωή, γι’ αυτό κι εμείς στρεφόμαστε στους εθνικούς. Αυτή την εντολή άλλωστε μας έδωσε ο Κύριος: Εσένα έχω ορίσει φως για τα έθνη, για να φέρεις τη σωτηρία ως τα πέρατα της γης». Καθώς τ’ άκουγαν αυτά οι εθνικοί, χαίρονταν και δέχονταν το λόγο του Κυρίου· και πίστεψαν όσοι ήταν ταγμένοι για την αιώνια ζωή. Ο λόγος του Κυρίου διαδιδόταν σ’ όλη τη χώρα. Οι Ιουδαίοι όμως παρότρυναν τις προσήλυτες γυναίκες της ανώτερης τάξης και τους προκρίτους της πόλης, ξεσήκωσαν διωγμό εναντίον του Παύλου και του Βαρνάβα και τους έβγαλαν έξω από τα σύνορά τους. Αυτοί τότε τίναξαν τη σκόνη από τα πόδια τους ενάντιά τους και ήρθαν στο Ικόνιο. Και οι χριστιανοί στην Αντιόχεια ήταν γεμάτοι χαρά και Άγιο Πνεύμα.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13:24-52 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

Aφού ο Iωάννης, πριν από την έλευσή του, κήρυξε από πριν βάπτισμα μετάνοιας σε ολόκληρο τον λαό Iσραήλ· και ενώ ο Iωάννης τελείωνε τον δρόμο του, έλεγε: Για ποιον με στοχάζεστε ότι είμαι; Δεν είμαι εγώ· αλλά, προσέξτε, ύστερα από μένα έρχεται εκείνος, του οποίου δεν είμαι άξιος να λύσω το υπόδημα των ποδιών του. Άνδρες αδελφοί, γιοι τού γένους τού Aβραάμ, και εκείνοι ανάμεσά σας που φοβούνται τον Θεό, σε σας στάλθηκε ο λόγος αυτής τής σωτηρίας. Eπειδή, αυτοί που κατοικούν στην Iερουσαλήμ, και οι άρχοντές τους, ενώ δεν γνώρισαν αυτόν μήτε τα λόγια των προφητών, που διαβάζονται κάθε σάββατο, τα εκπλήρωσαν, όταν τον κατέκριναν· και ενώ δεν βρήκαν καμία αιτία θανάτου, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί. Kαι όταν τελείωσαν όλα τα γραμμένα γι’ αυτόν, αφού τον κατέβασαν από το ξύλο, τον έβαλαν σε τάφο. O Θεός, όμως, τον ανέστησε από τους νεκρούς· ο οποίος, για πολλές ημέρες, φάνηκε σ’ αυτούς, που είχαν ανέβει μαζί του από τη Γαλιλαία στην Iερουσαλήμ, οι οποίοι είναι μάρτυρές του προς τον λαό. Kαι εμείς ευαγγελιζόμαστε σε σας την υπόσχεση που έγινε στους Πατέρες, ότι ο Θεός την εκπλήρωσε αυτή σε μας, τα παιδιά τους, ανασταίνοντας τον Iησού. Kαθώς είναι γραμμένο και στον δεύτερο Ψαλμό: «Yιός μου είσαι εσύ· εγώ σήμερα σε γέννησα». Mάλιστα, ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς, χωρίς να πρόκειται πλέον να επιστρέψει στη φθορά, λέει ως εξής, ότι: «Θα σας δώσω τα πιστά ελέη τού Δαβίδ». Γι’ αυτό, σε έναν άλλον Ψαλμό λέει: «Δεν θα αφήσεις τον όσιό σου να δει φθορά». Eπειδή, ο μεν Δαβίδ, αφού υπηρέτησε τη βουλή τού Θεού μέσα στη γενεά του, κοιμήθηκε, και προστέθηκε στους πατέρες του, και είδε φθορά. Eκείνος, όμως, τον οποίο ο Θεός ανέστησε, δεν είδε φθορά. Aς είναι, λοιπόν, γνωστό σε σας, άνδρες αδελφοί, ότι διαμέσου αυτού κηρύττεται προς εσάς άφεση αμαρτιών· και από όλα, από όσα δεν μπορέσατε διαμέσου τού νόμου τού Mωυσή να δικαιωθείτε, διαμέσου τούτου, καθένας που πιστεύει, ανακηρύσσεται δίκαιος. Προσέχετε, λοιπόν, να μη συμβεί σε σας αυτό που ειπώθηκε από τους προφήτες: «Προσέξτε, καταφρονητές, και θαυμάστε, και αφανιστείτε· επειδή, εγώ εργάζομαι ένα έργο στις ημέρες σας, έργο που δεν θα πιστέψετε, αν κάποιος το διηγηθεί σε σας». Kαι ενώ έβγαιναν από τη συναγωγή των Iουδαίων, τα έθνη παρακαλούσαν να κηρυχθούν σ’ αυτούς αυτά τα λόγια το επόμενο σάββατο. Kαι όταν η συναγωγή διαλύθηκε, πολλοί από τους Iουδαίους και τους ευσεβείς προσήλυτους ακολούθησαν τον Παύλο και τον Bαρνάβα· οι οποίοι μιλώντας σ’ αυτούς, τους έπειθαν να μένουν με σταθερότητα στη χάρη τού Θεού. Kαι το ερχόμενο σάββατο όλη σχεδόν η πόλη συγκεντρώθηκε για να ακούσουν τον λόγο τού Θεού. Bλέποντας, όμως, οι Iουδαίοι τα πλήθη γέμισαν από φθόνο και εναντιώνονταν σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος, αντιλέγοντας και κακολογώντας. O δε Παύλος και ο Bαρνάβας μιλώντας με θάρρος, είπαν: Ήταν αναγκαίο πρώτα σε σας να λαληθεί ο λόγος τού Θεού· αλλά, επειδή τον απορρίπτετε, και δεν κρίνετε τον εαυτό σας άξιο της αιώνιας ζωής, δέστε, στρεφόμαστε στα έθνη· δεδομένου ότι, έτσι μας πρόσταξε ο Kύριος, λέγοντας: «Σε έχω θέσει για φως των εθνών, για να είσαι προς σωτηρία μέχρι το τελευταίο άκρο τής γης». Kαι ακούγοντας οι εθνικοί χαίρονταν και δόξαζαν τον λόγο τού Kυρίου· και πίστεψαν όσοι είχαν τάξει τον εαυτό τους18 για την αιώνια ζωή. Kαι ο λόγος τού Kυρίου διαδιδόταν διαμέσου ολόκληρης της χώρας. Oι δε Iουδαίοι παρακίνησαν τις ευλαβείς και επίσημες γυναίκες, και τους πρώτους τής πόλης, και διέγειραν διωγμό ενάντια στον Παύλο και τον Bαρνάβα, και τους έβγαλαν έξω από τα όριά τους. Eκείνοι, όμως, ξετινάζοντας μπροστά τους τη σκόνη των ποδιών τους, ήρθαν στο Iκόνιο. Kαι οι μαθητές γίνονταν πλήρεις από χαρά και Πνεύμα Άγιο.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13:24-52 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Προηγουμένως, πριν αρχίσει ο Ιησούς τη δημόσια δράση του, είχε κηρύξει ο Ιωάννης σ’ όλον το λαό του Ισραήλ να μετανοήσουν και να βαφτιστούν. Κι όταν πια ο Ιωάννης κόντευε να τελειώσει το έργο του, έλεγε: “ποιος νομίζετε πως είμαι; Δεν είμαι εγώ αυτός που περιμένετε· αυτός έρχεται ύστερα από μένα, κι εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να λύσω τα υποδήματα από τα πόδια του”. »Αδέρφια, απόγονοι του Αβραάμ και οι άλλοι εδώ που σέβεστε τον ένα Θεό: σ’ εσάς στάλθηκε το μήνυμα της σωτηρίας αυτής, για την οποία σας μιλάω. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι άρχοντές τους δεν κατάλαβαν ούτε ποιος είναι ο Ιησούς ούτε τα λόγια των προφητών που διαβάζονται κάθε Σάββατο, αλλά, χωρίς να το ξέρουν, τα εκπλήρωσαν καταδικάζοντας τον Ιησού. Αν και δε βρήκαν καμιά αιτία για να τον καταδικάσουν σε θάνατο, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί. Κι όταν εκτέλεσαν όλα όσα είχαν προφητέψει οι Γραφές γι’ αυτόν, τον κατέβασαν από το σταυρό και τον έβαλαν σ’ ένα μνήμα. Ο Θεός όμως τον ανέστησε από τους νεκρούς. Τότε αυτός για πολλές μέρες συνέχεια φανερωνόταν σ’ εκείνους που είχαν ανεβεί μαζί του από τη Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα. Αυτοί είναι μάρτυρες της ανάστασής του μπροστά στο λαό. »Έτσι κι εμείς σας φέρνουμε το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι την υπόσχεση που έδωσε ο Θεός στους προγόνους μας, την εκπλήρωσε στα παιδιά τους –σ’ εμάς: ανέστησε τον Ιησού, όπως είναι γραμμένο στο δεύτερο Ψαλμό: Υιός μου είσ’ εσύ, εγώ σήμερα σε γέννησα. Το ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς και δεν πρόκειται ποτέ πια να επιστρέψει στη φθορά του θανάτου, το έχει πει με τα παρακάτω λόγια: Θα σας δώσω τα άγια δώρα που υποσχέθηκα στο Δαβίδ, δώρα που δε χάνονται ποτέ. Γι’ αυτό λέει κι αλλού ο Δαβίδ: Δε θ’ αφήσεις να δει φθορά ο αφιερωμένος σ’ εσένα δούλος σου. Κι όσο για το Δαβίδ, αυτός υπηρέτησε το θέλημα του Θεού στη γενιά του κι ύστερα πέθανε, θάφτηκε δίπλα στους προγόνους του και γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Αυτός όμως που ο Θεός τον ανέστησε, δε γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Μάθετε, λοιπόν, αδέρφια, ότι μέσω αυτού σας προσφέρεται συγχώρηση των αμαρτιών. Και λυτρώνεται καθένας που τον εμπιστεύεται απ’ όλα εκείνα απ’ όσα δεν μπορέσατε να λυτρωθείτε με το νόμο του Μωυσή. Προσέξτε, λοιπόν, μην έρθει πάνω σας αυτό που είπαν οι προφήτες: Κοιτάξτε εσείς, οι καταφρονητές, θαυμάστε κι αφανιστείτε! Γιατί εγώ ετοιμάζω κάτι μεγάλο στις μέρες σας, κάτι που θα σας το διηγούνται και δεν θα το πιστεύετε». Καθώς ο Παύλος και ο Βαρνάβας έφευγαν από τη συναγωγή των Ιουδαίων, οι εθνικοί τους παρακαλούσαν να τους εξηγηθούν τα λόγια αυτά το επόμενο Σάββατο. Κι όταν διαλύθηκε η σύναξη, πολλοί από τους Ιουδαίους και τους προσήλυτους στον Ιουδαϊσμό ακολούθησαν τον Παύλο και το Βαρνάβα. Αυτοί τους ανέπτυσσαν τα προηγούμενα και τους έπειθαν να μένουν σταθεροί στη χάρη που τους πρόσφερε ο Θεός. Το επόμενο Σάββατο, ολόκληρη σχεδόν η πόλη μαζεύτηκε για ν’ ακούσουν το λόγο του Κυρίου. Όταν είδαν οι Ιουδαίοι το πλήθος, κυριεύτηκαν από φθόνο· αντιμιλούσαν σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος και βλασφημούσαν. Τότε ο Παύλος και ο Βαρνάβας τους μίλησαν με παρρησία και τους είπαν: «Έπρεπε να κηρύξουμε το λόγο του Θεού πρώτα σ’ εσάς. Επειδή όμως τον αντικρούετε και καταδικάζετε τον εαυτό σας να μην αξιωθεί την αιώνια ζωή, γι’ αυτό κι εμείς στρεφόμαστε στους εθνικούς. Αυτή την εντολή άλλωστε μας έδωσε ο Κύριος: Εσένα έχω ορίσει φως για τα έθνη, για να φέρεις τη σωτηρία ως τα πέρατα της γης». Καθώς τ’ άκουγαν αυτά οι εθνικοί, χαίρονταν και δέχονταν το λόγο του Κυρίου· και πίστεψαν όσοι ήταν ταγμένοι για την αιώνια ζωή. Ο λόγος του Κυρίου διαδιδόταν σ’ όλη τη χώρα. Οι Ιουδαίοι όμως παρότρυναν τις προσήλυτες γυναίκες της ανώτερης τάξης και τους προκρίτους της πόλης, ξεσήκωσαν διωγμό εναντίον του Παύλου και του Βαρνάβα και τους έβγαλαν έξω από τα σύνορά τους. Αυτοί τότε τίναξαν τη σκόνη από τα πόδια τους ενάντιά τους και ήρθαν στο Ικόνιο. Και οι χριστιανοί στην Αντιόχεια ήταν γεμάτοι χαρά και Άγιο Πνεύμα.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13:24-52 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Προηγουμένως, πριν αρχίσει ο Ιησούς τη δημόσια δράση του, είχε κηρύξει ο Ιωάννης σ’ όλον το λαό του Ισραήλ να μετανοήσουν και να βαφτιστούν. Κι όταν πια ο Ιωάννης κόντευε να τελειώσει το έργο του, έλεγε: “ποιος νομίζετε πως είμαι; Δεν είμαι εγώ αυτός που περιμένετε· αυτός έρχεται ύστερα από μένα, κι εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να λύσω τα υποδήματα από τα πόδια του”. »Αδέρφια, απόγονοι του Αβραάμ και οι άλλοι εδώ που σέβεστε τον ένα Θεό: σ’ εσάς στάλθηκε το μήνυμα της σωτηρίας αυτής, για την οποία σας μιλάω. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι άρχοντές τους δεν κατάλαβαν ούτε ποιος είναι ο Ιησούς ούτε τα λόγια των προφητών που διαβάζονται κάθε Σάββατο, αλλά, χωρίς να το ξέρουν, τα εκπλήρωσαν καταδικάζοντας τον Ιησού. Αν και δε βρήκαν καμιά αιτία για να τον καταδικάσουν σε θάνατο, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί. Κι όταν εκτέλεσαν όλα όσα είχαν προφητέψει οι Γραφές γι’ αυτόν, τον κατέβασαν από το σταυρό και τον έβαλαν σ’ ένα μνήμα. Ο Θεός όμως τον ανέστησε από τους νεκρούς. Τότε αυτός για πολλές μέρες συνέχεια φανερωνόταν σ’ εκείνους που είχαν ανεβεί μαζί του από τη Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα. Αυτοί είναι μάρτυρες της ανάστασής του μπροστά στο λαό. »Έτσι κι εμείς σας φέρνουμε το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι την υπόσχεση που έδωσε ο Θεός στους προγόνους μας, την εκπλήρωσε στα παιδιά τους –σ’ εμάς: ανέστησε τον Ιησού, όπως είναι γραμμένο στο δεύτερο Ψαλμό: Υιός μου είσ’ εσύ, εγώ σήμερα σε γέννησα. Το ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς και δεν πρόκειται ποτέ πια να επιστρέψει στη φθορά του θανάτου, το έχει πει με τα παρακάτω λόγια: Θα σας δώσω τα άγια δώρα που υποσχέθηκα στο Δαβίδ, δώρα που δε χάνονται ποτέ. Γι’ αυτό λέει κι αλλού ο Δαβίδ: Δε θ’ αφήσεις να δει φθορά ο αφιερωμένος σ’ εσένα δούλος σου. Κι όσο για το Δαβίδ, αυτός υπηρέτησε το θέλημα του Θεού στη γενιά του κι ύστερα πέθανε, θάφτηκε δίπλα στους προγόνους του και γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Αυτός όμως που ο Θεός τον ανέστησε, δε γνώρισε τη φθορά του θανάτου. Μάθετε, λοιπόν, αδέρφια, ότι μέσω αυτού σας προσφέρεται συγχώρηση των αμαρτιών. Και λυτρώνεται καθένας που τον εμπιστεύεται απ’ όλα εκείνα απ’ όσα δεν μπορέσατε να λυτρωθείτε με το νόμο του Μωυσή. Προσέξτε, λοιπόν, μην έρθει πάνω σας αυτό που είπαν οι προφήτες: Κοιτάξτε εσείς, οι καταφρονητές, θαυμάστε κι αφανιστείτε! Γιατί εγώ ετοιμάζω κάτι μεγάλο στις μέρες σας, κάτι που θα σας το διηγούνται και δεν θα το πιστεύετε». Καθώς ο Παύλος και ο Βαρνάβας έφευγαν από τη συναγωγή των Ιουδαίων, οι εθνικοί τους παρακαλούσαν να τους εξηγηθούν τα λόγια αυτά το επόμενο Σάββατο. Κι όταν διαλύθηκε η σύναξη, πολλοί από τους Ιουδαίους και τους προσήλυτους στον Ιουδαϊσμό ακολούθησαν τον Παύλο και το Βαρνάβα. Αυτοί τους ανέπτυσσαν τα προηγούμενα και τους έπειθαν να μένουν σταθεροί στη χάρη που τους πρόσφερε ο Θεός. Το επόμενο Σάββατο, ολόκληρη σχεδόν η πόλη μαζεύτηκε για ν’ ακούσουν το λόγο του Κυρίου. Όταν είδαν οι Ιουδαίοι το πλήθος, κυριεύτηκαν από φθόνο· αντιμιλούσαν σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος και βλασφημούσαν. Τότε ο Παύλος και ο Βαρνάβας τους μίλησαν με παρρησία και τους είπαν: «Έπρεπε να κηρύξουμε το λόγο του Θεού πρώτα σ’ εσάς. Επειδή όμως τον αντικρούετε και καταδικάζετε τον εαυτό σας να μην αξιωθεί την αιώνια ζωή, γι’ αυτό κι εμείς στρεφόμαστε στους εθνικούς. Αυτή την εντολή άλλωστε μας έδωσε ο Κύριος: Εσένα έχω ορίσει φως για τα έθνη, για να φέρεις τη σωτηρία ως τα πέρατα της γης». Καθώς τ’ άκουγαν αυτά οι εθνικοί, χαίρονταν και δέχονταν το λόγο του Κυρίου· και πίστεψαν όσοι ήταν ταγμένοι για την αιώνια ζωή. Ο λόγος του Κυρίου διαδιδόταν σ’ όλη τη χώρα. Οι Ιουδαίοι όμως παρότρυναν τις προσήλυτες γυναίκες της ανώτερης τάξης και τους προκρίτους της πόλης, ξεσήκωσαν διωγμό εναντίον του Παύλου και του Βαρνάβα και τους έβγαλαν έξω από τα σύνορά τους. Αυτοί τότε τίναξαν τη σκόνη από τα πόδια τους ενάντιά τους και ήρθαν στο Ικόνιο. Και οι χριστιανοί στην Αντιόχεια ήταν γεμάτοι χαρά και Άγιο Πνεύμα.