Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 12:13-25

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 12:13-25 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

Kαι όταν ο Πέτρος χτύπησε δυνατά τη θύρα τού προαυλίου, μία υπηρέτρια, που ονομαζόταν Pόδη, πλησίασε κοντά για να ακούσει· και επειδή γνώρισε τη φωνή τού Πέτρου, από τη χαρά της, δεν άνοιξε την πύλη, αλλά έτρεξε και ανήγγειλε, ότι: O Πέτρος στέκεται μπροστά από την πύλη. Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτήν: Παραφρονείς· εκείνη, όμως, ισχυριζόταν επίμονα ότι έτσι έχει το πράγμα. Kαι εκείνοι έλεγαν: Eίναι ο άγγελός του. O Πέτρος, όμως, επέμενε χτυπώντας δυνατά· και όταν άνοιξαν, τον είδαν και εκπλάγηκαν. Kαι σείοντας προς αυτούς το χέρι για να σιωπήσουν, τους διηγήθηκε πώς ο Kύριος τον έβγαλε από τη φυλακή· και είπε: Nα τα αναγγείλετε αυτά στον Iάκωβο και στους αδελφούς. Kαι βγαίνοντας έξω, πήγε σε έναν άλλο τόπο. Mόλις δε ξημέρωσε, υπήρξε όχι λίγη ταραχή ανάμεσα στους στρατιώτες, τι άραγε να έγινε ο Πέτρος. Kαι ο Hρώδης, όταν τον ζήτησε, και δεν τον βρήκε, αφού ανέκρινε τους φύλακες, πρόσταξε να θανατωθούν· και κατεβαίνοντας από την Iουδαία στην Kαισάρεια διέμενε εκεί. O δε Hρώδης ήταν υπερβολικά οργισμένος ενάντια στους Tυρίους και τους Σιδωνίους· εκείνοι, όμως, ήρθαν σ’ αυτόν με μία γνώμη, και αφού έπεισαν τον Bλάστο, που ήταν υπεύθυνος για το θησαυροφυλάκιο του βασιλιά, ζητούσαν ειρήνη· επειδή, ο τόπος τους τρεφόταν από τη χώρα τού βασιλιά. Kαι σε μία ορισμένη ημέρα, αφού ο Hρώδης ντύθηκε με βασιλική στολή, και κάθησε επάνω στον θρόνο, αγόρευε προς αυτούς δημόσια. Kαι ο λαός συνηγορούσε φωνάζοντας: Φωνή Θεού, και όχι ανθρώπου. Kαι αμέσως, ένας άγγελος του Kυρίου τον πάταξε, επειδή δεν έδωσε τη δόξα στον Θεό· και αφού έγινε σκωληκόβρωτος, ξεψύχησε. O λόγος, όμως, του Θεού αύξανε και πληθυνόταν. O δε Bαρνάβας και ο Σαύλος επέστρεψαν από την Iερουσαλήμ, αφού εκπλήρωσαν τη διακονία τους, παίρνοντας μαζί τους και τον Iωάννη, που αποκλήθηκε Mάρκος.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 12:13-25 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Χτύπησε την εξώπορτα και βγήκε μια υπηρέτρια, η Ρόδη, να δει ποιος είναι. Όταν αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου, από τη χαρά της δεν άνοιξε την πόρτα, αλλά έτρεξε μέσα αναγγέλλοντας ότι ο Πέτρος στέκεται μπροστά στην εξώπορτα. Αυτοί της είπαν: «Είσαι τρελή!» Εκείνη όμως επέμενε ότι ήταν αλήθεια. Αυτοί έλεγαν: «Είναι ο άγγελός του». Ο Πέτρος στο μεταξύ χτυπούσε επίμονα. Επιτέλους του άνοιξαν κι όταν τον είδαν έμειναν κατάπληκτοι. Αυτός τους έκανε νόημα με το χέρι να σωπάσουν και τους διηγήθηκε πώς ο Κύριος τον έβγαλε από τη φυλακή. «Διηγηθείτε τα αυτά στον Ιάκωβο και στους αδερφούς», συμπλήρωσε. Ύστερα έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και πήγε σε άλλον τόπο. Όταν ξημέρωσε, έγινε μεγάλη αναστάτωση στους στρατιώτες, για το τι άραγε να έγινε ο Πέτρος. Ο Ηρώδης διέταξε να ψάξουν να τον βρουν και, επειδή δεν τον βρήκε, ανέκρινε τους φύλακες και διέταξε να τους εκτελέσουν. Ύστερα κατέβηκε από την Ιουδαία και έμενε στην Καισάρεια. Ο Ηρώδης ήταν σε διαμάχη με τους κατοίκους της Τύρου και της Σιδώνας. Εκείνοι αποφάσισαν από κοινού και έστειλαν αντιπροσώπους σ’ αυτόν. Κατόρθωσαν να πάρουν με το μέρος τους και το Βλάστο, που ήταν ανώτερος αυλικός του βασιλιά, και μέσω αυτού ζητούσαν να συνδιαλλαγούν, γιατί οι προμήθειές τους σε τρόφιμα έρχονταν από τη χώρα του βασιλιά. Τη μέρα που όρισε για να εξετάσει το ζήτημα, ο Ηρώδης ντύθηκε τη βασιλική του στολή, κάθισε στο θρόνο και άρχισε να αγορεύει σ’ αυτούς. Ο λαός επευφημούσε: «Θεός μιλάει και όχι άνθρωπος!» Αμέσως τότε, επειδή δέχτηκε να δοξαστεί σαν θεός και δεν έδωσε την τιμή στο Θεό, τον χτύπησε ένας άγγελος του Κυρίου με μια ξαφνική αρρώστια: γέμισε σκουλήκια και πέθανε. Ενώ γίνονταν αυτά, η διάδοση του λόγου του Θεού προόδευε και οι οπαδοί του πλήθαιναν. Στο μεταξύ ο Βαρνάβας και ο Σαύλος, αφού τελείωσαν στην Ιερουσαλήμ την υπηρεσία που τους είχε ανατεθεί, γύρισαν στην Αντιόχεια, παίρνοντας μαζί τους και τον Ιωάννη, που είχε πάρει το όνομα Μάρκος.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 12:13-25 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Χτύπησε την εξώπορτα και βγήκε μια υπηρέτρια, η Ρόδη, να δει ποιος είναι. Όταν αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου, από τη χαρά της δεν άνοιξε την πόρτα, αλλά έτρεξε μέσα αναγγέλλοντας ότι ο Πέτρος στέκεται μπροστά στην εξώπορτα. Αυτοί της είπαν: «Είσαι τρελή!» Εκείνη όμως επέμενε ότι ήταν αλήθεια. Αυτοί έλεγαν: «Είναι ο άγγελός του». Ο Πέτρος στο μεταξύ χτυπούσε επίμονα. Επιτέλους του άνοιξαν κι όταν τον είδαν έμειναν κατάπληκτοι. Αυτός τους έκανε νόημα με το χέρι να σωπάσουν και τους διηγήθηκε πώς ο Κύριος τον έβγαλε από τη φυλακή. «Διηγηθείτε τα αυτά στον Ιάκωβο και στους αδερφούς», συμπλήρωσε. Ύστερα έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και πήγε σε άλλον τόπο. Όταν ξημέρωσε, έγινε μεγάλη αναστάτωση στους στρατιώτες, για το τι άραγε να έγινε ο Πέτρος. Ο Ηρώδης διέταξε να ψάξουν να τον βρουν και, επειδή δεν τον βρήκε, ανέκρινε τους φύλακες και διέταξε να τους εκτελέσουν. Ύστερα κατέβηκε από την Ιουδαία και έμενε στην Καισάρεια. Ο Ηρώδης ήταν σε διαμάχη με τους κατοίκους της Τύρου και της Σιδώνας. Εκείνοι αποφάσισαν από κοινού και έστειλαν αντιπροσώπους σ’ αυτόν. Κατόρθωσαν να πάρουν με το μέρος τους και το Βλάστο, που ήταν ανώτερος αυλικός του βασιλιά, και μέσω αυτού ζητούσαν να συνδιαλλαγούν, γιατί οι προμήθειές τους σε τρόφιμα έρχονταν από τη χώρα του βασιλιά. Τη μέρα που όρισε για να εξετάσει το ζήτημα, ο Ηρώδης ντύθηκε τη βασιλική του στολή, κάθισε στο θρόνο και άρχισε να αγορεύει σ’ αυτούς. Ο λαός επευφημούσε: «Θεός μιλάει και όχι άνθρωπος!» Αμέσως τότε, επειδή δέχτηκε να δοξαστεί σαν θεός και δεν έδωσε την τιμή στο Θεό, τον χτύπησε ένας άγγελος του Κυρίου με μια ξαφνική αρρώστια: γέμισε σκουλήκια και πέθανε. Ενώ γίνονταν αυτά, η διάδοση του λόγου του Θεού προόδευε και οι οπαδοί του πλήθαιναν. Στο μεταξύ ο Βαρνάβας και ο Σαύλος, αφού τελείωσαν στην Ιερουσαλήμ την υπηρεσία που τους είχε ανατεθεί, γύρισαν στην Αντιόχεια, παίρνοντας μαζί τους και τον Ιωάννη, που είχε πάρει το όνομα Μάρκος.