Α΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ΄) 19:14-21
Α΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ΄) 19:14-21 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)
Kαι είπε: Στάθηκα στo έπακρoν ζηλωτής τoύ Kυρίoυ των δυνάμεων· επειδή, oι γιoι Iσραήλ εγκατέλειψαν τη διαθήκη σoυ, κατέστρεψαν τα θυσιαστήριά σoυ, και θανάτωσαν τoυς πρoφήτες σoυ με ρoμφαία· και εγώ εναπέμεινα μόνoς· και ζητoύν τη ζωή μoυ, για να την αφαιρέσoυν. Kαι o Kύριoς τoυ είπε: Πήγαινε, γύρνα πίσω στoν δρόμo σoυ, στην έρημo της Δαμασκoύ· και όταν έρθεις, χρίσε τoν Aζαήλ βασιλιά επάνω στη Συρία και τoν Iηoύ, τoν γιo τoύ Nιμσί, θα τoν χρίσεις βασιλιά επάνω στoν Iσραήλ· και τoν Eλισσαιέ, τoν γιo τoύ Σαφάτ, από την Aβέλ-μεoλά, θα τoν χρίσεις πρoφήτη αντί για σένα· Kαι θα συμβεί, ώστε αυτός πoυ θα διασωθεί από τη ρoμφαία τoύ Aζαήλ, θα τoν θανατώσει o Iηoύ· και αυτός πoυ θα διασωθεί από τη ρoμφαία τoύ Iηoύ, θα τoν θανατώσει o Eλισσαιέ· άφησα, όμως, στoν Iσραήλ 7.000, όλα τα γόνατα όσα δεν έκλιναν στoν Bάαλ, και κάθε στόμα πoυ δεν τoν φίλησε. Kαι όταν αναχώρησε από εκεί, βρήκε τoν Eλισσαιέ, τoν γιo τoύ Σαφάτ, καθώς όργωνε με 12 ζευγάρια βόδια μπρoστά τoυ, ενώ αυτός ήταν στo 12o· και o Hλίας πέρασε από κoντά τoυ, και έρριξε επάνω τoυ τη μηλωτή τoυ. Kαι εκείνoς άφησε τα βόδια, και έτρεξε πίσω από τον Hλία, και είπε: Aς φιλήσω, παρακαλώ, τoν πατέρα μoυ και τη μητέρα μoυ, και τότε θα σε ακoλoυθήσω. Kαι τoυ είπε: Πήγαινε, γύρνα πίσω· επειδή, τι σoυ έκανα; Kαι στράφηκε από πίσω τoυ, και πήρε ένα ζευγάρι βόδια, τα έσφαξε, και έψησε τo κρέας τoυς με τα εργαλεία των βoδιών, και έδωσε στoν λαό, και έφαγαν. Tότε, αφoύ σηκώθηκε, πήγε πίσω από τoν Hλία, και τoν υπηρετoύσε.
Α΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ΄) 19:14-21 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)
Αυτός απάντησε: «Εγώ αγωνίστηκα με μεγάλο ζήλο για σένα Κύριε, Θεέ του σύμπαντος. Αλλά οι Ισραηλίτες αθέτησαν τη διαθήκη σου, γκρέμισαν τα θυσιαστήριά σου και κατέσφαξαν τους προφήτες σου· μόνον εγώ απέμεινα και ζητούν κι εμένα να με θανατώσουν». Τότε ο Κύριος του είπε: «Εμπρός, πάρε πίσω τον ίδιο δρόμο μέσα απ’ την έρημο και πήγαινε στη Δαμασκό· όταν φτάσεις εκεί, θα χρίσεις τον Αζαήλ βασιλιά των Συρίων. Μετά θα χρίσεις τον Ιηού, γιο του Νιμσί, βασιλιά στον Ισραήλ και τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, από την Αβέλ-Μεχωλά, θα τον χρίσεις προφήτη για να σε διαδεχτεί. Όποιος σωθεί από το ξίφος του Αζαήλ, θα τον σκοτώσει ο Ιηού· κι όποιος γλιτώσει από τον Ιηού θα τον σκοτώσει ο Ελισαίος. Αλλά θ’ αφήσω απ’ τους Ισραηλίτες ζωντανούς εφτά χιλιάδες, όλους εκείνους που δε γονάτισαν να προσκυνήσουνε το Βάαλ, και που το στόμα τους δεν ασπάστηκε το άγαλμά του». Όταν έφυγε από ’κει ο Ηλίας, συνάντησε τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, που όργωνε. Μπροστά του πήγαιναν δώδεκα ζευγάρια βόδια κι εκείνος οδηγούσε το δωδέκατο. Ο Ηλίας πέρασε κοντά του και του πέταξε πάνω του το μανδύα του. Τότε ο Ελισαίος άφησε τα βόδια κι έτρεξε πίσω από τον Ηλία. «Σε παρακαλώ», του είπε, «άσε με να πάω να αποχαιρετήσω τον πατέρα μου και τη μάνα μου και μετά θα σε ακολουθήσω». Ο Ηλίας του αποκρίθηκε: «Σ’ εμπόδισα εγώ; Πήγαινε και γύρνα πάλι εδώ». Έτσι ο Ελισαίος ξαναγύρισε· πήρε ένα ζευγάρι βόδια, τα θυσίασε και με τα ξύλα του αλετριού έβρασε το κρέας και το μοίρασε στο λαό κι έφαγαν. Ύστερα ακολούθησε τον Ηλία και έγινε υπηρέτης του.
Α΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ΄) 19:14-21 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)
Αυτός απάντησε: «Εγώ αγωνίστηκα με μεγάλο ζήλο για σένα Κύριε, Θεέ του σύμπαντος. Αλλά οι Ισραηλίτες αθέτησαν τη διαθήκη σου, γκρέμισαν τα θυσιαστήριά σου και κατέσφαξαν τους προφήτες σου· μόνον εγώ απέμεινα και ζητούν κι εμένα να με θανατώσουν». Τότε ο Κύριος του είπε: «Εμπρός, πάρε πίσω τον ίδιο δρόμο μέσα απ’ την έρημο και πήγαινε στη Δαμασκό· όταν φτάσεις εκεί, θα χρίσεις τον Αζαήλ βασιλιά των Συρίων. Μετά θα χρίσεις τον Ιηού, γιο του Νιμσί, βασιλιά στον Ισραήλ και τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, από την Αβέλ-Μεχωλά, θα τον χρίσεις προφήτη για να σε διαδεχτεί. Όποιος σωθεί από το ξίφος του Αζαήλ, θα τον σκοτώσει ο Ιηού· κι όποιος γλιτώσει από τον Ιηού θα τον σκοτώσει ο Ελισαίος. Αλλά θ’ αφήσω απ’ τους Ισραηλίτες ζωντανούς εφτά χιλιάδες, όλους εκείνους που δε γονάτισαν να προσκυνήσουνε το Βάαλ, και που το στόμα τους δεν ασπάστηκε το άγαλμά του». Όταν έφυγε από ’κει ο Ηλίας, συνάντησε τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, που όργωνε. Μπροστά του πήγαιναν δώδεκα ζευγάρια βόδια κι εκείνος οδηγούσε το δωδέκατο. Ο Ηλίας πέρασε κοντά του και του πέταξε πάνω του το μανδύα του. Τότε ο Ελισαίος άφησε τα βόδια κι έτρεξε πίσω από τον Ηλία. «Σε παρακαλώ», του είπε, «άσε με να πάω να αποχαιρετήσω τον πατέρα μου και τη μάνα μου και μετά θα σε ακολουθήσω». Ο Ηλίας του αποκρίθηκε: «Σ’ εμπόδισα εγώ; Πήγαινε και γύρνα πάλι εδώ». Έτσι ο Ελισαίος ξαναγύρισε· πήρε ένα ζευγάρι βόδια, τα θυσίασε και με τα ξύλα του αλετριού έβρασε το κρέας και το μοίρασε στο λαό κι έφαγαν. Ύστερα ακολούθησε τον Ηλία και έγινε υπηρέτης του.