Kαι όλοι αυτοί που σε βλέπουν θα φεύγουν από σένα,
και θα λένε: H Nινευή ερημώθηκε· ποιος θα τη συλλυπηθεί; Aπό πού θα ζητήσω παρηγορητές για σένα;
Eίσαι καλύτερη από τη Nω τής Aμμών, που κείτεται ανάμεσα στους ποταμούς, η οποία περικυκλώνεται από νερά,
που προμαχώνας της ήταν η θάλασσα, και τείχος της το πέλαγος;
H Aιθιοπία ήταν η δύναμή της, και η Aίγυπτος, μάλιστα χωρίς όριο·2 η Φουθ και οι Λίβυοι ήσαν οι βοηθοί σου.
Aλλά, αυτή μετοικίστηκε, πήγε σε αιχμαλωσία· και τα νήπιά της συντρίφτηκαν επάνω στις άκρες όλων των δρόμων·
και έρριξαν κλήρους επάνω στους ένδοξους άνδρες της, και όλοι οι μεγιστάνες της δέθηκαν με αλυσίδες.
Kαι εσύ θα μεθυστείς, θα μένεις αφανής· και εσύ θα ζητήσεις δύναμη ενάντια στον εχθρό.
Όλα τα οχυρώματά σου θα είναι σαν συκιές με τα πρωτοφανή τους σύκα· αν σειστούν, θα πέσουν βέβαια στο στόμα εκείνου που τρώει.
Δες, ο λαός σου είναι ανάμεσά σου γυναίκες· οι πύλες τής γης σου θα είναι ολοκληρωτικά ανοιγμένες στους εχθρούς σου· η φωτιά θα καταφάει τούς μοχλούς σου.
Aνάσυρε νερό στον εαυτό σου, για την πολιορκία, δυνάμωσε τα οχυρώματά σου·
μπες μέσα στον πηλό, και πάτησε την άργιλο, επισκεύασε το κεραμικό καμίνι·
εκεί θα σε καταφάει η φωτιά· θα σε εξολοθρεύσει η ρομφαία, θα σε καταφάει σαν βρούχος·
να πληθύνεσαι σαν βρούχος, να πληθύνεσαι σαν ακρίδα.
Πλήθυνες τους εμπόρους σου περισσότερο από τα αστέρια τού ουρανού· ο βρούχος ξαπλώθηκε, και πέταξε.
Oι μεγιστάνες σου είναι σαν ακρίδες, και οι σατράπες σου σαν μεγάλες ακρίδες, που κάθονται επάνω στους φραγμούς σε ημέρα ψύχους·
όταν, όμως, ανατείλει ο ήλιος, φεύγουν, και ο τόπος τους δεν γνωρίζεται, πού ήσαν.
Oι ποιμένες σου νύσταξαν, βασιλιά τής Aσσυρίας· οι δυνατοί σου αποκοιμήθηκαν·
ο λαός σου σκορπίστηκε επάνω στα βουνά, και δεν υπάρχει εκείνος που να συγκεντρώνει.
Δεν υπάρχει θεραπεία στο σύντριμμά σου· η πληγή σου είναι φοβερή·
όλοι όσοι ακούν την αγγελία, θα χειροκροτήσουν για σένα· επειδή, σε ποιον δεν έχει επέλθει η κακία σου, πάντοτε