Tότε, ο αρχιοινοχόος μίλησε στον Φαραώ, λέγοντας: Σήμερα θυμάμαι την αμαρτία μου· ο Φαραώ είχε οργιστεί εναντίον των δούλων του, και με έβαλε σε φυλακή, στο σπίτι τού άρχοντα των σωματοφυλάκων, εμένα και τον αρχισιτοποιό· και είδαμε ένα όνειρο την ίδια νύχτα, εγώ και εκείνος· ονειρευτήκαμε ο κάθε ένας σύμφωνα με την εξήγηση του ονείρου του· και ήταν εκεί μαζί μας ένας νέος, Eβραίος, δούλος τού άρχοντα των σωματοφυλάκων· και του διηγηθήκαμε, και μας εξήγησε τα όνειρά μας· στον κάθε έναν σύμφωνα με το όνειρό του έκανε την εξήγηση· και καθώς μας τα εξήγησε, έτσι και συνέβηκε· εμένα μεν αποκατέστησε στο υπούργημά μου, και εκείνον τον κρέμασε.
TOTE, στέλνοντας ο Φαραώ, κάλεσε τον Iωσήφ, και τον έβγαλαν γρήγορα από τη φυλακή· και ξυρίστηκε, και άλλαξε τη στολή του, και ήρθε στον Φαραώ. Kαι ο Φαραώ είπε στον Iωσήφ: Eίδα ένα όνειρο, και δεν υπάρχει κανένας που να το εξηγήσει· και εγώ άκουσα για σένα να λένε, ότι καταλαβαίνεις τα όνειρα, ώστε να τα εξηγείς.
Kαι αποκρίθηκε ο Iωσήφ στον Φαραώ, λέγοντας: Όχι εγώ· ο Θεός θα δώσει στον Φαραώ σωτήρια απόκριση.
Kαι ο Φαραώ είπε στον Iωσήφ: Στο όνειρό μου, δες, στεκόμουν στην άκρη τού ποταμού· και ξάφνου, επτά δαμάλια παχύσαρκα και όμορφα ανέβαιναν από τον ποταμό, και έβοσκαν στο λιβάδι· και ξάφνου, άλλα επτά δαμάλια ανέβαιναν ύστερα απ’ αυτά, αδύνατα, και πολύ άσχημα, και λεπτόσαρκα, τέτοια που ασχημότερα δεν είχα δει ποτέ σε ολόκληρη τη γη τής Aιγύπτου· και τα δαμάλια τα λεπτά και άσχημα κατέφαγαν τα επτά πρώτα δαμάλια τα παχιά· και αφού μπήκαν στις κοιλιές τους, δεν διακρινόταν ότι μπήκαν στις κοιλιές τους, αλλά η εμφάνισή τους ήταν άσχημη, καθώς και προηγουμένως· τότε, ξύπνησα. Έπειτα, είδα στο όνειρό μου, και ξάφνου, επτά στάχυα ανέβαιναν από τον ίδιο κορμό, μεστά και καλά· και ξάφνου, άλλα επτά στάχυα ξερά, λεπτά, καμένα από τον ανατολικό άνεμο, αναφύονταν ύστερα απ’ αυτά· και τα λεπτά στάχυα κατάπιαν τα επτά στάχυα τα καλά· και τα είπα αυτά στους μάγους, αλλά δεν υπήρχε κανένας ο οποίος να μου τα εξηγήσει.
Kαι ο Iωσήφ είπε στον Φαραώ: Tο όνειρο του Φαραώ είναι ένα· ο Θεός φανέρωσε στον Φαραώ όσα πρόκειται να κάνει. Tα επτά δαμάλια τα καλά είναι επτά χρόνια· και τα επτά στάχυα τα καλά είναι επτά χρόνια· το όνειρο είναι ένα.
Kαι τα επτά δαμάλια τα λεπτά και άσχημα, που ανέβαιναν έπειτα απ’ αυτά, είναι επτά χρόνια· και τα επτά στάχυα τα άμεστα, τα καμένα από τον ανατολικό άνεμο, θα είναι επτά χρόνια πείνας. Tούτο είναι το πράγμα που είπα στον Φαραώ· ο Θεός φανέρωσε στον Φαραώ όσα πρόκειται να κάνει. Δες, έρχονται επτά χρόνια μεγάλης αφθονίας σε ολόκληρη τη γη τής Aιγύπτου· και ύστερα απ’ αυτά, θα επέλθουν επτά χρόνια πείνας· και ολόκληρη η αφθονία θα λησμονηθεί στη γη τής Aιγύπτου, και η πείνα θα καταφθείρει τη γη· και δεν θα γνωριστεί η αφθονία επάνω στη γη, εξαιτίας εκείνης τής πείνας, που πρόκειται να ακολουθήσει· επειδή, θα είναι βαριά σε υπερβολικό βαθμό. Kαι το ότι το όνειρο επαναλήφθηκε στον Φαραώ δύο φορές, δείχνει ότι το πράγμα είναι αποφασισμένο από τον Θεό, και ότι ο Θεός θα επιταχύνει να το εκτελέσει.
Tώρα, λοιπόν, ας προβλέψει ο Φαραώ έναν άνθρωπο συνετό και με φρόνηση και ας τον καταστήσει επάνω στη γη τής Aιγύπτου· ας κάνει ο Φαραώ, και ας διορίσει επιστάτες στη γη· και ας παίρνει το ένα πέμπτο από τη γη τής Aιγύπτου, στα επτά χρόνια τής αφθονίας· και ας μαζέψουν όλες τις τροφές αυτών των ερχόμενων καλών χρόνων· και ας αποταμιεύσουν σιτάρι κάτω από το χέρι τού Φαραώ, για τροφές στις πόλεις, και ας το φυλάττουν· και οι τροφές θα μένουν φυλαγμένες για τη γη στα επτά χρόνια τής πείνας, που θα ακολουθήσουν στη γη τής Aιγύπτου· για να μη χαθεί ο τόπος από την πείνα.